Συζήτηση για τις προϋποθέσεις ανάπτυξης
Του Γιάννου Γραμματίδη, προέδρου του ινστιτούτου οικονομικής πολιτικής & δημόσιας διακυβέρνησης
Αναρωτιόμαστε γιατί τάχα μετά από πέντε περίπου χρόνια μνημονιακών συμμορφώσεων, που σύμφωνα με τους διεθνείς δείκτες κατατάσσουν την Ελλάδα πρώτη χώρα σε σχέση με τον αριθμό των μεταρρυθμίσεων, εξακολουθούμε να είμαστε σε ύφεση – την μεγαλύτερη σε διάρκεια και μέγεθος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – με άνεργους περίπου 1,300,000 συμπατριώτες μας, με εκατοντάδες χιλιάδες κλειστές επιχειρήσεις, με υπέρογκο δανεισμό πού ξεπερνάει το 170% του ΑΕΠ, με μη εξυπηρετούμενα δάνεια ιδιωτών κι επιχειρήσεων να ξεπερνούν τα 77 δις ευρώ και με 230,000 ταλαντούχους νέους μας να έχουν εγκαταλείψει τη χώρα.
Οι λόγοι που συντηρούν την ύφεση και τις παραπάνω επιπτώσεις της κρίσης είναι πολλοί. Ενδεικτικά και πάλι θα αναφέρω ότι οι κυβερνήσεις της χώρας από το 2009 μέχρι και σήμερα επικεντρώθηκαν κύρια στη λήψη μέτρων δημοσιονομικού χαρακτήρα χωρίς να τα εξισορροπούν με μέτρα ανάπτυξης. Επικεντρώθηκαν δηλαδή στην αύξηση των εσόδων και την μείωση των δαπανών γιατί αυτό επέβαλε ένα μεγάλο μέρος των μνημονιακών μας υποχρεώσεων. Η αύξηση των εσόδων πραγματοποιήθηκε με την επιβολή πολλών και δυσβάστακτων φόρων περιλαμβανομένων και των φόρων στην ακίνητη περιουσία. Από την άλλη πλευρά η μείωση των δαπανών πραγματοποιήθηκε με την μείωση των συντάξεων και την απαράδεκτα μεγάλη μείωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Έτσι δημιουργήθηκε το δημοσιονομικό πλεόνασμα, με έναν εντελώς ανορθόδοξο τρόπο, θυσιάζοντας δηλαδή την ανάπτυξη.
Ποιος θα ήταν ο σωστότερος τρόπος; Η απάντηση είναι σύνθετη καθόσον συνδιάζεται με τη συζήτηση για τη διαμόρφωση των μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας, με άλλα λόγια με την διαπραγματευτική της στρατηγική που δυστυχώς από την αρχή πίσω στο 2010 δεν υπήρξε. Ας πάρουμε σαν παράδειγμα το μέτρο της επιβολής περισσότερων φόρων. Πέρα από τη βασική αρχή της οικονομίας, ότι δηλαδή σε περίοδο ύφεσης περισσότεροι και βαρύτεροι φόροι δεν πρέπει να επιβάλλονται, είναι αυτονόητο ότι θα έπρεπε να επιδιωχθούν εναλλακτικοί τρόποι ευρέσεως ισοδυνάμων μέτρων, όπως π.χ. η διεύρυνση της βάσης των φορολογικά υπόχρεων μέσα από την πάταξη της φοροδιαφυγής και την εισαγωγή ενός δικαιότερου κι απλούστερου φορολογικού συστήματος κ.α. Από την άλλη πλευρά η μείωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων στέρησε ύλης χιλιάδες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνταν στον χώρο των δημοσίων έργων αντί να την αυξήσει, πέρα και από την επιπλέον αρνητική επίπτωση στα έργα υποδομών που θα βοηθούσαν την περιφερειακή ανάπτυξη. Η λήψη τέτοιων ανορθόδοξων μέτρων είναι σαφές ότι επιβλήθηκε από τους δανειστές μας ελλείψει αντίστασης από την ελληνική πλευρά που είχε την ευχέρεια να την προβάλλει, αλλά δυστυχώς δεν το έκανε.
Ακριβώς αυτή την γενικότερη παθολογία θέλουμε να παρουσιάσουμε αλλά και τις προϋποθέσεις να αναδείξουμε μέσα από τις εκδηλώσεις που οργανώνουμε σε όλη την Ελλάδα. Από τους πρώτους προορισμούς μας η Αλεξανδρούπολη που είναι μια περιοχή με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και προβλήματα που όμως υπαγορεύουν και τις ανάλογες λύσεις. Μια εκδήλωση που συνδιοργανώνουμε με το Επιμελητήριο Έβρου. Επιλεγμένοι ομιλητές, τεχνοκράτες με μεγάλη εμπειρία, θα συζητήσουν δημόσια αυτά τα θέματα με γλώσσα απλή και κατανοητή και με διάθεση ενημέρωσης αλλά και καταγραφής των απόψεων της κοινωνίας. Γι αυτόν τον λόγο καλούνται στη συνάντηση της 23 Μαρτίου όλες οι παραγωγικές τάξεις, κτηνοτρόφοι, έμποροι, βιομήχανοι, γιατροί, φαρμακοποιοί, δικηγόροι, αγρότες, δημόσιο υπάλληλοι, δάσκαλοι, καθηγητές και τόσοι άλλοι που συνιστούν την τοπική κοινωνία. Αποδίδουμε σημασία κύρια στη συζήτηση με τους πολίτες και δευτερόντως στις μικρές ομιλίες που θα προηγηθούν. Όλοι θα μπορούν να μιλήσουν, οι απόψεις θα καταγραφούν, θα συστηματικοποιηθούν και θα αποτελέσουν μέρος συγκεκριμένων προτάσεων οικονομικής πολιτικής προς το σύνολο του πολιτικού προσωπικού της χώρας χωρίς εξαίρεση.