Ερώτηση στη βουλή για τις πλημμύρες που μαστίζουν στον Έβρο
Ερώτηση για τις πλημμύρες του Έβρου, τις καταστροφές, αλλά και την εξωτερική πολίτη που σχετίζεται με το φαινόμενο, κατέθεσαν στους υπουργούς παραγωγικής ανασυγκρότησης, περιβάλλοντος και ενέργειας, εξωτερικών και εσωτερικών και διοικητικής ανασυγκρότησης τέσσερις βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας. Οι βουλευτές Αλέξανδρος Κοντός, Ευριπίδης Στυλιανίδης, Αναστάσιος Δημοσχάκης και Γιώργος Κουμουτσάκος.
Οι βουλευτές, ρωτούν πώς θα κινηθεί η κυβέρνηση στη διαχείριση του ζητήματος στην ευρωπαϊκή ένωση.
Η ερώτηση αναλυτικά.
Μετά τις πλημμύρες του Δεκεμβρίου 2014, τα έντονα καιρικά φαινόμενα και η εκ νέου πρόκληση πλημμυρών στις αρχές Φεβρουαρίου 2015 συντέλεσαν στην περαιτέρω ζημία του πρωτογενούς τομέα της περιοχής του Νομού Έβρου. Η υπερχείλιση των ποταμών Έβρου, Άρδα και Ερυθροποτάμου και οι συνεπακόλουθες πλημμύρες είχαν ως αποτέλεσμα να καταγραφούν εκτεταμένες ζημιές τόσο στη φυτική παραγωγή και το ζωικό κεφάλαιο, όσο και σε υποδομές της πρωτογενούς παραγωγής (π.χ. σταυλικές εγκαταστάσεις, αποθήκες ζωοτροφών κλπ), του κλάδου της μεταποίησης, καθώς και στο οδικό δίκτυο και τις λοιπές υποδομές.
Συγκεκριμένα, πάνω από 100.000 στρέμματα φυτικής παραγωγής ήδη θεωρούνται κατεστραμμένα, δεκάδες ζωντανά χάθηκαν, το αγροτικό οδικό δίκτυο έχει καταστραφεί σε μεγάλο μέρος, τα αναχώματα στις παραποτάμιες περιοχές έχουν υποστεί εκτεταμένη ζημιά (θραύσεις), ενώ τα κατεστραμμένα αντλιοστάσια των ΤΟΕΒ Έβρου είναι εκατοντάδες, με τον ΓΟΕΒ Ορεστιάδας να έχει καταγράψει τεράστιες ζημιές σε όλες τις υποδομές και τα δίκτυα. Επίσης, ο μεταποιητικός κλάδος, ο οποίος μας εκπροσωπούσε επάξια στο εξωτερικό με έντονη εξαγωγική δραστηριότητα, υπέστη τεράστιες ζημιές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ολοσχερή καταστροφή των εγκαταστάσεων του Αγροτικού Συνεταιρισμού Κοινής Γεωργικής Εκμετάλλευσης στο Τυχερό του Έβρου, ο οποίος κινδυνεύει να χάσει την επιτυχημένη του παρουσία στη διεθνή αγορά σπαραγγιού.
Σε ότι αφορά το οδικό δίκτυο, είναι χαρακτηριστικό πως η καταστροφή αγροτικών δρόμων και διόδων έχει δημιουργήσει θύλακες απροσπέλαστης ξηράς γης, με αποτέλεσμα να μην μπορεί άμεσα να ολοκληρωθεί το έργο της καταμέτρησης των ζημιών, ούτε από τους πληγέντες, ούτε από τις υπηρεσίες. Σε συνδυασμό με την παραμονή μεγάλων όγκων υδάτων και τις λοιπές καταστροφές σε δομές, θεωρείται εξαιρετικά πιθανή η καταστροφική για την αγροτική οικονομία του Έβρου απώλεια της εαρινής σποράς (πρώιμα και όψιμα).
Σε ότι αφορά τις καλλιέργειες, ειδικά για το βαμβάκι πρέπει να υπενθυμίσουμε πως το 2014 επρόκειτο για μια ιδιαίτερα δύσκολη χρονιά, η οποία ξεκίνησε από την οψίμιση της καλλιέργειας λόγω των εαρινών βροχοπτώσεων και συνεχίστηκε με τις καταστροφές που προκάλεσαν έντονα καιρικά φαινόμενα (βροχοπτώσεις και χαλαζοπτώσεις) τον Ιούνιο και τον Οκτώβριο του 2014, με το κλείσιμο της χρονιάς να χαρακτηρίζεται από τις πρώτες πλημμύρες του Δεκεμβρίου. Η συντριπτική πλειοψηφία των 215.000 στρεμμάτων βαμβακοκαλλιέργειας στον Έβρο έχει καταστραφεί, με χιλιάδες στρέμματα εντελώς ασυγκόμιστα λόγω των προαναφερθέντων λόγων, κάτι που σημαίνει τεράστια οικονομική καταστροφή των αγροτών.
Όλα τα παραπάνω έχουν ως κοινό παρονομαστή την μετατροπή εδώ και πολλά χρόνια του ποταμού Έβρου από ευλογία σε κατάρα για το Νομό, λόγω των συνεχών πλημμυρών, οι οποίες κοστίζουν εκατομμύρια και εκτοξεύουν ακόμα και 5 έως 10 φορές πάνω το κόστος αποζημιώσεων τις χρονιές που παρατηρούνται. Βάση όλων των παραπάνω, δημιουργούνται ζητήματα τόσο για την βραχυπρόθεσμη αποκατάσταση των πληγέντων, όσο και για την μακροπρόθεσμη επίλυση του γενικότερου ζητήματος.
Πέρα των ανωτέρω, που αφορούν στην «εσωτερική» διάσταση του προβλήματος των καταστρεπτικών πλημμυρών του ποταμού Έβρου, υπάρχει στο κρίσιμο αυτό ζήτημα και έντονη «εξωτερική-διεθνής» διάσταση. Αυτή αφορά τις σχέσεις μας με την γειτονική Βουλγαρία.
Στις 27 Ιουλίου 2010 υπεγράφη με την Βουλγαρία συμφωνία (κοινή δήλωση) για χρήση από τις δυο χώρες υδάτινων πόρων σε κοινές λεκάνες απορροής ποταμών. Στην συμφωνία αυτή μεταξύ άλλων προβλέπεται και σύγκληση κοινής ομάδας εμπειρογνωμόνων επί διασυνοριακών υδάτινων πόρων, η οποία προβλέπεται να συνέρχεται εναλλάξ στις δυο χώρες ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Η εδραία πεποίθηση που έχει δημιουργηθεί ως τώρα είναι ότι η Βουλγαρική πλευρά ολιγωρεί να εφαρμόσει με την αίσθηση του επείγοντος που απαιτείται το συμφωνημένο με την χώρα μας σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης στις περιπτώσεις απότομης και αιφνίδιας ανόδου της στάθμης των ποταμών Άρδα και Έβρου (Μαρίτσα) στο Βουλγαρικό έδαφος. Δεν είναι σαφές αν οι καθυστερήσεις αυτές από μέρους της Σόφιας είναι αποτέλεσμα μόνο δυσλειτουργίας ή και ολιγωρίας των αρμοδίων υπηρεσιών τους ή εάν πίσω από αυτές καλύπτεται συγκεκριμένη πολιτική επιλογή η οποία προκρίνει την προστασία των συμφερόντων της Βουλγαρικής πλευράς σε βάρος υποχρεώσεών της έναντι των γειτονικών της χωρών, της Ελλάδας δηλαδή και της Τουρκίας. Αναφορικά δε με τις επιπτώσεις των πλημμυρών και στην Τουρκία, θα ήταν ίσως σκόπιμο να αναζητηθεί ο αποδοτικότερος τρόπος συνεννόησης για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Για τους παραπάνω λόγους, ερωτώνται οι κύριοι Υπουργοί:
Α. Ως προς την «εσωτερική» διάσταση του προβλήματος:
1. Ποιες είναι οι άμεσες κινήσεις στις οποίες προτίθεται να κινηθεί το Υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας ώστε να αποζημιωθούν οι πληγέντες και να αποκατασταθούν οι υποδομές; Υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα; Εάν ναι, πότε;
2. Υπάρχει η πολιτική βούληση να παρακαμφθούν τυχόν γραφειοκρατικά και άλλα εμπόδια, ώστε οι αγρότες του Νομού Έβρου να αποζημιωθούν πλήρως και τάχιστα και οι υποδομές να αποκατασταθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να περισωθεί μέρος της εαρινής σποράς;
3. Σε τι ενέργειες και με ποιον χρονικό ορίζοντα προτίθεται το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης να προβεί, ώστε να καταγραφούν οι ζημιές και να αποζημιωθούν οι πληγέντες αρμοδιότητάς του, δηλαδή ζημιές σε οικίες, βοηθητικούς χώρους (αποθήκες, στάβλοι κ.α.), είδη οικοσκευής, αποθηκευμένα προϊόντα κλπ., σε πόλεις και οικισμούς του Έβρου και ιδιαίτερα στην περιοχή Σουφλίου και Λαγυνών;
Β. Ως προς την «εξωτερική-διεθνή» διάσταση του προβλήματος:
1. Έχει προβεί η Ελληνική πλευρά σε σχετικά διαβήματα και έγερση του ζητήματος των πλημμυρών προς τη Σόφια; Εάν ναι, ποια ήταν η ανταπόκριση της Βουλγαρικής πλευράς; Εάν όχι, πότε προτίθεται να το πράξει;
2. Υπάρχει τρόπος να βελτιωθεί το σύστημα εγκαίρου προειδοποιήσεως και διασυνοριακής συνεργασίας στο πλαίσιο των διμερών σχέσεων, με στόχο την αποτελεσματική και ουσιαστική αντιμετώπιση του φαινομένου των πλημμυρών; Εάν ναι, ποιος είναι κατά την άποψη της Κυβερνήσεως; Προτίθεται η Ελληνική Κυβέρνηση να θέσει αυτό το ζήτημα στην Βουλγαρική πλευρά;
3. Εξετάζεται το ενδεχόμενο να εγείρετε το θέμα στο κατάλληλο επίπεδο στα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Οι Ερωτώντες Βουλευτές
Αναστάσιος Δημοσχάκης
Γεώργιος Κουμουτσάκος
Ευριπίδης Στυλιανίδης
Αλέξανδρος Κοντός