Εκκλησία και Εξουσία: Πολιτειακές απόψεις των Τριών Ιεραρχών
Άρθρο του μητροπολίτη Αλεξανδρούπολης Ανθίμου
Το Διάταγμα των Μεδιολάνων και η μετέπειτα νομοθεσία του Μ. Κωνσταντίνου, κατοχύρωνε τη θρησκευτική ελευθερία και εξέφραζε τη χρεωκοπία της βίας της εξουσίας, αποθεοποιούσε τον αυτοκράτορα, και του αφαιρούσε την μεταφυσική αυθεντία, ανοίγοντας το δρόμο για την μετάβαση από τον αυτοκράτορα-θεό, στον αυτοκράτορα-δούλο του Θεού. Έτσι η Πολιτεία δεσμεύονταν έμμεσα να λαμβάνει υπόψη τη διδασκαλία της Εκκλησίας στη θέσπιση κανόνων ιδιωτικού και δημοσίου Δικαίου.
Την καινούργια αυτή αντίληψη για την εξουσία επεξεργάστηκαν και διετύπωσαν με σαφήνεια οι Τρεις Ιεράρχες, ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Δεν παρίσταναν τους πολιτειολόγους, αλλά με τις θέσεις τους, λιτές στη διατύπωσή τους και εγκατεσπαρμένες στα έργα τους, καθόρισαν τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, ερμηνεύοντας σχετικά αγιογραφικά χωρία στα κηρύγματά τους.
Αναφέρονται στα εξής:
α) στις προϋποθέσεις αποδοχής της εξουσίας,
β) στην προέλευσή της,
γ) στο χαρακτήρα της,
δ) στην αποστολή της,
ε) στα χρησιμοποιούμενα από την πολιτική εξουσία μέσα,
στ) στους περιορισμούς της, και
ζ) στις πολιτικές και ποινικές ευθύνες των φορέων της.
Σταχυολογούμε μερικές απόψεις τους.
Θεωρούν δυνατή τη συζυγία της πολιτικής εξουσίας με την αγάπη, «δι’ ἀμφοτέρων (δηλ. με την Εκκλησία και την Πολιτεία) ὁ Θεὸς τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν οἰκονομεῖ», γράφει ὁ Χρυσόστομος και δεν διστάζει να χαρακτηρίσει την εξουσία «βοηθὸν καὶ συνεργὸν τοῦ Θεοῦ» στο έργο που εκείνος επιτελεί. Οι άρχοντες, λέει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος «Χριστῷ συνάρχουσι, Χριστῷ καὶ συνδιοικοῦσι». Αυτή η άποψη διαποτίζει αμέσως τις Νεαρές του Ιουστινιανού και ο αυτοκράτορας σημειώνει: «τυχαίνει πολλὲς φορὲς νὰ περνᾶμε ἡμέρες καὶ νύχτες ἀγρυπνώντας καὶ γεμᾶτοι ἔγνοιες, σκεπτόμενοι μὲ τί τρόπο θὰ μπορέσουμε νὰ δώσουμε στοὺς ὑπηκόους μας αὐτὰ ποὺ εἶναι πράγματι ὠφέλιμα καὶ ἀρέσουν στὸ Θεό».
Ο Μ. Βασίλειος σχολιάζοντας το αγιογραφικό: «οὔκ ἔστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ τεταγμένη» υποστηρίζει ότι «Κύριος καθιστᾶ βασιλεῖς» αλλά σπεύδει να προσθέσει «καὶ μεθιστᾶ». Αποκλείει την δύναμη, σωματική, οικονομική ή όποια άλλη, ως μέσο αναρριχήσεως και παραμονής στην εξουσία. «Οὐ παρὰ τὴν πολλὴν δύναμιν κρατοῦσι (οἱ ἡγεμόνες) τῶν ὁμοδούλων», τονίζει. Και συνεχίζει: «οὐ φύσει» δηλ. όχι κληρονομικώ, συγγενικώ, φιλικώ ή κομματικώ δικαιώματι «κρατοῦσι (οἱ ἡγεμόνες) τῶν ὁμοδούλων».
Για τους Τρεις Ιεράρχες, οι άρχοντες πρέπει να χαρακτηρίζονται από τρεις αρχές: το φιλόθεο, το φιλάνθρωπο και το ομόδουλο. Η φιλανθρωπία της εξουσίας, για τον Ιωάννη Χρυσόστομο, δεν εκδηλώνεται μόνο με την αποφυγή της βαναυσότητος· «ὁ βασιλεὺς σώματα ἐμπιστεύεται», αλλά επεκτείνεται και στο χάρισμα των χρεών των υπηκόων, όταν αυτοί αδυνατούν να τα εξοφλήσουν· «ὁ βασιλεὺς λοιπάδας χρημάτων ἀφίησιν».
Το «ομόδουλο» καταργεί το χάσμα μεταξύ των δύο πόλων της πολιτικής ζωής και συνάπτει τους άρχοντες με τους αρχομένους και αντιστρόφως.
Για τους Τρεις Ιεράρχες, η αποστολή της εξουσίας είναι πρώτο διακονική, δεύτερο εξισορροπητική, τρίτο διορθωτική και τέταρτο λυτρωτική. Πιστεύουν ότι με τα παραπάνω εξασφαλίζεται αρμονική σχέση και ζωή στην κοινωνία, και είναι αλήθεια ότι με εξαίρεση την εικονομαχία, το Βυζάντιο στην υπερχιλιετή ιστορική του πορεία, δεν γνώρισε εποχές κοινωνικών αναστατώσεων.
Δεν απορρίπτουν ως θεσμό τα μέσα της εξουσίας. Όμως, ως μόνα θεμιτά και επιτρεπόμενα μέσα δέχονται: α) το νόμο, με την περιοριστική αρχή της μη αντίθεσής του με το φυσικό και το θείο Δίκαιο, β) τον εξαναγκασμό, με την έννοια του υποχρεωτικού κύρους του νόμου και γ) την απειλή, όχι όμως τη βία και τη θανατική ποινή. «Ὁ βασιλεύς ἀναγκάζει» γράφει ο ιερός Χρυσόστομος και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σημειώνει: «Μαζὺ μὲ τὴν ἐξουσία οἱ ἄρχοντες λαμβάνουν καὶ τὸ ξίφος, ὄχι ὅμως γιὰ χρήση, ἀλλὰ ἀποκλειστικὰ γιὰ ἀπειλὴ καὶ ἐκφοβισμό. Τὸ ξίφος πρέπει νὰ φυλαχθεῖ καθαρὸ καὶ νὰ παραδοθεῖ ὡς ἀνάθημα στὸ δεδωκότα Θεό, ὅταν παραδώσουν τὴν ἐξουσία».
Θεωρούν οι Τρεις, πως όταν οι άρχοντες πέσουν στον πειρασμό της ασυδοσίας, είναι ανάξιοι να κατέχουν το αξίωμά τους. Σημειώνουν ότι οι άρχοντες βρίσκονται εντός των ορίων της δικαιοδοσίας τους μόνο όταν οι ενέργειές τους είναι θεάρεστες, «σκῆπτρον βασιλείας παρὰ Θεοῦ δεξάμενος, σκέψου πῶς ἀρέσεις τῷ ταύτην σοι δεδωκότι». Ο Χρυσόστομος γράφει: «ἄρχοντες ἀρχόντων εἰσίν οἱ νόμοι» και επιμένει πως όταν η εξουσία παρανομεί, τότε αυτοαναιρείται· «μὴ με λέγε μοι τὴν βασιλείαν, ὅπου παρανομία», συμπληρώνει.
Οι Τρεις Ιεράρχες συμφωνούν στο ότι ο ηθικά διαβλητός άρχοντας, αυτός που δεν διακρίνεται για την αυτοκυριαρχία του, δεν μπορεί να κυβερνήσει. Ρωτάει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «ὁ γὰρ ἑαυτοῦ μὴ δυνηθεὶς ἄρχειν, πῶς ἂν ἑτέρους δυνηθείη κατευθύνειν τοῖς νόμοις;» και απαντά: «καὶ γὰρ οὗτος ἐστὶν ἀληθῶς βασιλεύς, ὁ θυμοῦ καὶ φθόνου καὶ ἡδονῆς κρατῶν καὶ πάντα ὑπὸ νόμους ἄγων τοῦ Θεοῦ».
Τέλος, επιμένουν στον περιορισμό της πολιτικής και της εκκλησιαστικής εξουσίας στη σφαίρα δικαιοδοσίας τους και να μην επιχειρείται ανάμιξη της μιας στην άλλη. «Ἄλλοι ὅροι βασιλείας καὶ ἄλλοι ὅροι ἱερωσύνης» έγραφε ο Χρυσόστομος και ζητούσε να παραμένει η καθεμιά «ἔσω τῶν οἰκείων ὅρων».
Σήμερα, είτε προφάσει είτε αληθείᾳ, θα γιορτασθεί στην Πατρίδα μας η Γιορτή της Παιδείας, την 30η Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης των Τριών Ιεραρχών. Δεν γνωρίζω να τελείται ανάλογη πνευματική γιορτή σε άλλη Χώρα. Αυτό είναι προνόμιο του ελληνικού πνεύματος, όσο κι αν φθίνει στις ημέρες μας, γεγονός για το οποίο κανείς δεν αμφιβάλλει. Οι ανθρωπιστικές επιστήμες, κατά βάση ελληνικές, συρρικνώνονται παγκοσμίως με το ελληνικό Κράτος να πρωτοστατεί στην εξόδια ακολουθία τους. Οι σχέσεις της ελληνικής Πολιτείας με την ελληνική κοινωνία και την ελλαδική Εκκλησία είναι στο χειρότερο επίπεδο υποκρισίας και ψευτιάς, γι’ αυτό και απαξίωσης. Όσο δεν τολμάμε να ψηλαφίσουμε την αλήθεια και να μιλήσουμε ειλικρινά, θα σερνόμαστε στην ευρωπαϊκή γη. Τώρα, λοιπόν, που γνωρίζουμε την μεγάλη και γενικευμένη μας ήττα, ίσως είναι καιρός να πάρουμε στα σοβαρά την έγνοια για την επιβίωσή μας και να επιστρέψουμε σε προτάσεις ζωής. Οι Τρεις Ιεράρχες μπορούν να μας βοηθήσουν να ανασυνταχθούμε και να σηκωθούμε. Αν, όπως λένε πολλοί, το πρόβλημα στη Χώρα μας είναι πνευματικό, τότε τους χρειαζόμαστε.