Όμως θέλουν να μας ταΐσουν ληγμένα
Του Παναγιώτη Μάνδαλου*
Η απόλυτη παράνοια του πολιτικού μας συστήματος έκανε, μπίγκο, για πολλοστή φορά. Βέβαια μάλλον θα νομίζουν όλοι αυτοί οι κύριοι, ότι εκλέχθηκαν στην χώρα της μπανανίας και δεν λέμε μόνο της μπανανίας γιατί ο κόσμος κοιμάται τον ύπνο του δικαίου.
Η απόφαση για την διανομή ληγμένων προϊόντων, όχι κατά προτίμηση ευπαθή και φυσικά ίσως να αποτελεί την άρχή και να επεκταθεί αφού αποτελεί την μεγάλη ….ευεργετική πράξη, για τον φτωχό και δοκιμαζόμενο λαό, μάλλον θα πρέπει να θεωρηθεί όπως οι αποφάσεις των βαρόνων του μεσαίωνα που αποφάσιζαν να σφάξουν κανένα μισοαρρωστημένο γουρούνι για να το δωρίσουν στον πεινασμένο κόσμο, για να μην ψοφήσει από την αρρώστια του.
Και ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Όσοι γνωρίζουν από δημόσια υγεία και φυσικά νομίζω είναι πολλοί, ξέρουν, γιατί και πως μπαίνει η ημερομηνία λήξεως ενός προϊόντος και οι συνθήκες διατήρησης του. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε προϊόν, η ημερομηνία λήξης είναι διαφορετική και εξαρτάται από το πόσο ευπαθή, είναι το προϊόν. Έτσι για το φρέσκο γάλα (παστεριωμένο), οι ημέρες διατήρησης του, είναι 3-5 μέρες σε ψυγείο και σε θερμοκρασίες από 2-6° C και η παστερίωση γίνεται στους 75° C για 15 δευτερόλεπτα ή στους 60° C για μισή ώρα. Το γάλα υψηλής παστερίωσης γίνετε στους 110°-127° C και διατηρείται σε ψυγείο στους 2°-6° C για 20-30 μέρες. Το γάλα μακράς διαρκείας γίνεται στους 135° C και για την συντήρηση του δεν απαιτείται ψυγείο, αλλά παρά μόνο μετά το άνοιγμα του, ενώ η διάρκεια του είναι από μήνες έως και χρόνο.
Τα σακχαρούχα και τα συμπυκνωμένα γάλατα, γίνονται σε συνθήκες όπου εξατμίζεται με θερμότητα μέρος του νερού του γάλατος και για τα σακχαρούχα έχουμε την προσθήκη ζάχαρης που λειτουργεί σαν φυσικά συντηρητικό. Τα γάλατα σε σκόνη γίνονται με εξάτμιση όλου του νερού πάνω σε θερμαινόμενες πλάκες. . Σε όλους τους τύπους γάλατος που αναφέραμε απαγορεύεται η χρήση συντηρητικών. Βέβαια στους τύπους που χρησιμοποιούνται υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να υπάρχει και μικρή αλλοίωση των θρεπτικών συστατικών του γάλατος, χωρίς όμως να χάνει την διατροφική αξία του, το γάλα. Επίσης το φρέσκο γάλα, μπορεί να είναι και αναπαστεριωμένο. Στο κάτω μέρος του μπουκαλιού ή της χάρτινης συσκευασίας υπάρχει ένας αριθμός, με αντιστοιχία από το 1-5 και αντιστοιχεί στις φορές που γύρισε το γάλα στην βιομηχανία για αναπαστερίωση. Βέβαια μετά την Τρίτη αναπαστερίωση το γάλα χάνει την γεύση του, αποτέλεσμα της θερμικής απώλειας οργανοληπτικών στοιχείων του και καλό είανι να αγοράζεται μέχρι την 2-3η αναπαστερίωση. Αυτές οι συνθήκες καθορίζονται ως οι ελάχιστες ημερομηνίες που ένα προϊόν μπορεί να αλλοιωθεί. Βέβαια πολλές φορές και λόγο κακής συντήρησης, βρίσκονται και προϊόντα που η λήξη τους, δεν έχει έρθει, να είναι αλλοιωμένα, λόγω κακής συντήρησης κατά την μεταφορά αλλά και κατά την διατήρηση τους. Άλλες πάλι φορές τα προϊόντα δεν αλλοιώνονται ή αλλοιώνονται μερικώς χωρίς κίνδυνο για την δημόσια υγεία και μετά την ημερομηνία λήξης. Όμως, σε κάθε περίπτωση μετά την ημερομηνία λήξης μπορεί να είναι επικίνδυνα για αυτούς που τα καταναλώνουν και φυσικά θα πρέπει να καταστρέφονται. Όσον αναφορά στα γάλατα, τα ληγμένα φρέσκα γάλατα τις περισσότερες φορές καταλήγουν σε παραγωγή για την δημόσια υγεία τυριών, αριανών, γιαουρτιού και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων που αφού ξαναβραστούν γίνονται τυριά και άλλα προϊόντα ποιο ανθεκτικά και δεν αποτελούν κίνδυνο για την δημόσια υγεία.
Τα υπόλοιπα προϊόντα έχουν ημερομηνία λήξης, σχετίζοντας την πιθανή ημερομηνία που μπορεί να αλλοιωθούν. Έτσι μη ευπαθή προϊόντα όπως τα όσπρια και τα ζυμαρικά έχουν ημερομηνίες λήξης μεγάλου εύρους που μπορεί και να είναι και ένας χρόνος. Μετά την παρέλευση της ημερομηνίας μπορεί να αλλοιωθούν πολλά από τα οργανοληπτικά συστατικά τους, να είναι ποιο εύθραυστα (μακαρόνια) ή να θέλουν περισσότερο βράσιμο κλπ που σημαίνει ότι πολλές πρωτεΐνες καταστρέφονται, κλπ. Επίσης καθαριστικά, όπως οι χλωρίνες και άλλα χάνουν την απολυμαντική δράση τους και φυσικά όσο και αν ρίχνουμε δεν θα έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Επίσης η κατανάλωση π.χ κονσερβών μπορεί να αποβεί ακόμα και μοιραία για την υγεία, αφού εκτός από την αλλοίωση των συστατικών μπορεί να υπάρχουν και κρούσματα αλλαντίασης ή άλλων τροφογενών λοιμώξεων και μάλιστα επικίνδυνων όπως η Σαλμονέλα, η αλλαντίαση που μπορεί να είναι και μοιραίες για τον καταναλωτή. Η πώληση αυτών των προϊόντων αποτελεί απάτη και φυσικά δεν δικαιολογεί την ύπαρξη των προϊόντων για κατανάλωση μετά την λήξη και λόγω της κρίσης. Οι τιμές των προϊόντων είναι αρκετά αυξημένες σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης και μια προσπάθεια συμπίεσης των τιμών θα ήταν προτιμότερη από την επικινδυνοποίηση της κατανάλωσης. Και φυσικά ένα μεγάλο δώρο στις πολυεθνικές που θα μας πουλούν τα ληγμένα σε τιμές ίσως μεγαλύτερες από την Γερμανία αφού τα προϊόντα στα ράφια είναι ακριβότερα στην χώρα μας.
Βέβαια, μέλημα των υγειονομικών αρχών της χώρας θα έπρεπε να είναι η προάσπιση της υγείας και η ελαχιστοποίηση των επικίνδυνων παραγόντων από την αγορά και όχι η παροχή φτηνών και ακατάλληλων προϊόντων που θα αποφέρουν κέρδη σε μερικούς που σε κανονικές περιπτώσεις θα έπρεπε να πεταχτούν. Η υγεία λοιπόν έρχεται σε δεύτερη μοίρα και φυσικά ο καταναλωτής που οι ίδιοι επιτήδειοι θεωρούν ευνοημένο από την ρύθμιση είναι ο μόνος χαμένος. Είναι δηλαδή ο απόλυτος στρουθοκαμηλισμός όπως στις περιπτώσεις των ρύπων στο περιβάλλον που όταν έχεις πολλούς ρύπους αυξάνεις απλώς τα όρια των βλαβερών στοιχείων και όλα βαίνουν καλώς.
Για τον λόγο όμως αυτό και μάλιστα τόσο σοβαρό, που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία μεγάλης μάζας πληθυσμού που μπορεί να καταναλώσει τα ληγμένα και φυσικά ο πωλητής δεν θα φέρει καμία ευθύνη αφού προειδοποιεί για το ποιόν του προϊόντος που αγοράζεται και ο καταναλωτής αδυνατεί να πληρώσει το ισοδύναμο καλό προϊόν.
Καμία ένωση καταναλωτών ή διεύθυνση υγείας δεν ανακοίνωσαν τίποτα για την επικινδυνότητα του εν λόγω επιχειρήματος. Και φυσικά αν σε πρώτη φάση επιτευχτεί σε μη ευπαθή προϊόντα σίγουρα σε δεύτερη μπορεί να επεκταθεί από κάποιον άφρονα και πάλι πολιτικό και σε ευπαθή προϊόντα.
Ένα άλλο έγκλημα της ιστορίας αυτής είναι ότι κανένας δεν φέρει ευθύνη εκτός από τον ίδιο τον καταναλωτή. Και ας πάρουμε τι σημαίνει αυτό. Σε ένα κανονικό προϊόν την ευθύνη για την ποιότητα του την έχει η εταιρεία παραγωγής ο χονδρέμπορος ή ο λιανοπωλητής αν δεν τηρούνται οι αυστηρές από την νομοθεσία συνθήκες. Έτσι αν γίνει κάτι, υπάρχει καταγγελία και φυσικά έλεγχος και ποινές για τους εμπλεκόμενους. Τι γίνεται όμως με τα ληγμένα; Την ευθύνη, την έχει ο καταναλωτής. Δηλαδή αν δώσεις στα παιδιά σου ληγμένα και γίνει κάτι, τότε είσαι υπόδικος αποκλειστικός αφού ο νόμος ορίζει ότι εσύ είσαι υπεύθυνος για τα ανήλικα παιδιά. Οι ασφαλιστικοί οργανισμοί και ιδίως οι ιδιωτικοί αλλά και οι δημόσιοι, μπορεί να αρνηθούν την πληρωμή νοσηλίων γιατί ακριβώς τα προϊόντα είναι ληγμένα και την ευθύνη την έχεις μόνο εσύ, αφού είναι εις γνώση σου και φυσικά οι πωλητές δεν φέρουν καμία ευθύνη. Άρα ο νόμος είναι άκρως εις άκρον αντισυνταγματικός αφού θέτει σε κίνδυνο την υγεία των καταναλωτών. Ακόμα και στην περίοδο της κατοχής, με όλες τις αντίξοες συνθήκες αν και πολλοί τρώγανε από τα σκουπίδια, με νόμο ποτέ δεν θεσμοθετήθηκε κάτι τέτοιο και ίσως ακόμα και επί τουρκοκρατίας δε θα τολμούσαν οι Τούρκοι τω καιρώ εκείνο, να κάνουν τέτοιο νόμο ….και όμως στις μέρες της νεοελληνικής …..δημοκρατίας έγινε πράξη μια τέτοια νομοθεσία ….εύγε μας. Και στο τέλος ίσως μας απαγορέψουνε και να πεθαίνουμε ….για να γλυτώσουμε ποιο γρήγορα.
*Ο κ. Παναγιώτης Μάνδαλος είναι Βιολόγος, Υποψήφιος Διδάκτορας του Εργαστηρίου Υγιεινής και Προστασίας Περιβάλλοντος στο Τμήμα Ιατρικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και εργάζεται στο Περιφερειακό Εργαστήριο Δημόσιας Υγείας (Π.Ε.Δ.Υ.) Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.