Η εισήγηση της διανομαρχιακής στο περιφερειακό συμβούλιο
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΠΕ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΧΡΥΣΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΑΜΑ Ν. ΕΒΡΟΥ
Α. ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ
Ελέγχοντας την αξιοπιστία της μελέτης διαπιστώσαμε τα εξής:
α) Η πρώτη διαπίστωση που κάναμε αφορά στις θέσεις εργασίας που αποτελούν σοβαρό παράγοντα επιρροής της κοινής γνώμης, και βασική παράμετρο για την ‘σπουδαιότητα’ της επένδυσης και την ένταξή της στο fast track.
Στη ΜΠΕ του 2012 αναφέρεται ότι το απασχολούμενο προσωπικό στο έργο (άμεσες θέσεις εργασίας) θα είναι 200 άτομα.
Το ίδιο αναφέρεται και στην μελέτη κόστους -οφέλους του 2012.
Αν όμως ανατρέξουμε στην ίδια μελέτη του 2003 θα δούμε ότι το προσωπικό ανέρχεται στα 175 (άτομα), και αν ανατρέξουμε στην μελέτη Προέγκρισης χωροθέτησης του 1999 τα άτομα είναι 110 (σελ 6.91)
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε τα εξής ‘παράδοξα’ :
I. το οργανόγραμμα του 1999 (σχ. 6.4-1) είναι ακριβώς ίδιο με αυτό του 2012 (σχ. 5.16-1),
II. η τεχνολογία εξελίσσεται ραγδαία προκαλώντας μείωση και όχι αύξηση του απαιτούμενου προσωπικού,
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τις έμμεσες θέσεις εργασίας
· στην μελέτη κόστους – οφέλους» του 2003 αναφέρεται ότι : «ο πολλαπλασιαστής απασχόλησης κυμαίνεται μεταξύ 2 και 3. Δηλαδή οι έμμεσες θέσεις εργασίας, όταν το προσωπικό ήταν 110 άτομα, ανέρχονταν στις 220 με 330.
· Στην ίδια μελέτη, στην έκδοση όμως του 2012, και μετά από λεπτομερείς υπολογισμούς των μελετητών προκύπτει ότι οι έμμεσες θέσεις εργασίας είναι 36 και οι δημιουργούμενες 118 (σελ iv και 96) Στην ίδια μελέτη, όμως, εντελώς αυθαίρετα και χωρίς την παραμικρή επιχειρηματολογία, ο πολλαπλασιαστής γίνεται 4. Δηλαδή 800 θέσεις εργασίας (αν οι άμεσες είναι 200).
β). Η δεύτερη διαπίστωση που κάναμε σε σχέση με την αξιοπιστία της μελέτης αφορά την ποσότητα και την περιεκτικότητα σε υγρασία των αφυγρασμένων τελμάτων (filter cake) που αποτελεί κυρίαρχο ζήτημα της μελέτης. Όλοι οι υπολογισμοί, τόσο για την διαστασιολόγηση των εγκαταστάσεων απόθεσης των τελμάτων όσο και της ευστάθειας των πρανών βασίστηκαν στο δεδομένο ότι τα αφυγρασμένα τέλματα θα έχουν 15% υγρασία. Στην παράγραφο, όμως, 4.2.6.4 αναφέρεται ότι η υγρασία είναι 15 – 20%. (σημειώνουμε ότι ακόμη και αυτό είναι υπο-διαστασιολογημένο διότι στη πράξη η υγρασία θα υπερβαίνει το 30%).
Πρέπει να τονίσουμε ότι το 15% με το 20% και πολύ περισσότερο με το 30% υγρασία έχει τεράστια διαφορά στη συνεκτικότητα του τέλματος αλλά και στην ποσότητά του. Πρόκειται για 500.000 m³ περισσότερο τέλμα. Σημειώνουμε ότι οι εγκαταστάσεις είναι σχεδιασμένες τσίμα – τσίμα για υγρασία 15%.
Το πρώτο συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι τα βασικά μεγέθη των θέσεων εργασίας και της περιεχόμενης υγρασίας στα τέλματα είναι ‘πειραγμένα’ και άρα πλασματικά.
B. ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΚΟΣΤΟΥΣ –ΟΦΕΛΟΥΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΕΡΑΜΑΤΟΣ
Βασικό μέρος της Μ.Π.Ε αποτελεί η μελέτη κόστους – οφέλους. Στα συμπεράσματα αυτής τη μελέτης στηρίζεται όλη η επιχειρηματολογία της Μ.Π.Ε για τις θετικές και αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις του έργου.
Το 2003 ανατέθηκε από την εταιρεία Χρυσωρυχεία Θράκης Α.Ε η μελέτη κόστους – οφέλους για το μεταλλευτικό έργο του Περάματος στο Εργαστήριο Μεταλλευτικής Τεχνολογίας και Περιβαλλοντικής Μεταλλευτικής του ΕΜΠ.
Το 2012 ξανα-ανατέθηκε από την εταιρεία στο ίδιο εργαστήριο η ίδια μελέτη με ελαφρώς αλλαγμένο τίτλο.
Προσπαθήσαμε στον περιορισμένο χρόνο και με τα περιορισμένα μέσα που διαθέτουμε να απαντήσουμε στα εξής ερωτήματα:
Είναι οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στη μελέτη κατάλληλες ώστε να είναι ασφαλή τα εξαγόμενα συμπεράσματα;
Τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται στη μελέτη είναι αξιόπιστα;
Όσον αφορά τις ακολουθούμενες μεθόδους διαπιστώσαμε τα εξής:
· Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε εφαρμόζεται σε έργα κρατικά δηλαδή έργα δημοσίου συμφέροντος και κοινού οφέλους. Το συγκεκριμένο όμως ιδιόκτητο μεταλλείο μπορεί να χαρακτηριστεί a priori ως έργο κοινής ωφέλειας και να μελετηθεί ως τέτοιο;
· Χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία και συμπεράσματα άλλων μελετών καί στην μελέτη του 2003 και στην μελέτη του 2012 λόγω περιορισμένων χρονικών και οικονομικών περιθωρίων. Αν μπορούσε όμως το 2003 να γίνει αποδεκτή ως αιτία, για την χρησιμοποίηση των μεθόδων αυτών, η έλλειψη χρόνου δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή μετά από 9 χρόνια. Διότι καί χρόνος υπήρξε και χρήμα, το οποίο βέβαια προτίμησε η εταιρεία να χρησιμοποιήσει για να πείσει την κοινωνία με άλλους τρόπους.
Οι ίδιοι μελετητές αναφέρουν για την αξία της μελέτης:
«Επομένως, τα συγκεκριμένα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας θα πρέπει να εκληφθούν μόνο ως μαθηματικά μεγέθη, τα οποία χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση των αναμενόμενων επιπτώσεων από ένα τέτοιο συμβάν.»
· Ένα κεντρικό ζήτημα της μελέτης – «έρευνας» του ΕΜΠ είναι η αποτίμηση της αξίας του περιβάλλοντος.
Για την εκτίμηση της αξίας του περιβάλλοντος αναφέρουν :
«Η περιβαλλοντική οικονομία στηρίζεται στην υπόθεση ότι, όλες οι λειτουργίες, που παρέχονται από το φυσικό περιβάλλον (αγαθά και υπηρεσίες), έχουν μια οικονομική αξία, η οποία θα ήταν έκδηλη εάν οι λειτουργίες αυτές ήταν ενταγμένες σε μια πραγματική αγορά».
Στην ίδια την μελέτη, όμως, γίνεται κριτική στη λογική και στις μεθόδους που στηρίζονται σ’ αυτήν την θεωρία, στην οικονομική, δηλαδή, αποτίμηση του περιβάλλοντος. Η κριτική αυτή αφορά στην εγκυρότητα των αποτελεσμάτων, στο ηθικό υπόβαθρο των μεθόδων της περιβαλλοντικής αποτίμησης, και στην αδυναμία τους να συλλάβουν την πλήρη αξία του οικοσυστήματος.
Ενόψει των παραπάνω είναι διατεθειμένο το Περιφερειακό Συμβούλιο να δεχτεί αυτή τη λογική; Ότι δηλαδή το περιβάλλον πρέπει να αντιμετωπίζεται ως οικονομική αξία και όχι ως αυταξία;
Αν δεν υπάρχει τέτοια διάθεση από πλευράς του Περιφερειακού Συμβουλίου, να προσχωρήσει δηλαδή σε μια λογική σύμφωνα με την οποία το δυστύχημα στην Φουκοσίμα μπορεί να αποτιμηθεί σε γιεν, τότε θα πρέπει η συζήτηση να σταματήσει εδώ και η μελέτη του ΕΜΠ να αντιμετωπιστεί ως μη γενόμενη.
Αν, όμως, παρ’ όλα αυτά δεν αποκλειστεί αυτή η προσέγγιση, δηλαδή η αντιμετώπιση του περιβάλλοντος με οικονομικούς όρους, τότε θα πρέπει να ερευνηθεί αν η μελέτη αξιολογεί όλες τις οικονομικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους.
Η έρευνά μας όμως, κατέληξε στην διαπίστωση ότι η μελέτη του ΕΜΠ ούτε υπολογίζει ούτε εκτιμά βασικές οικονομικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους, διότι πολύ απλά δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη της ότι το περιβάλλον στην περιοχή μας εκτός από αυταξία αποτελεί σοβαρό αναπτυξιακό πόρο. Άρα η οποιαδήποτε δυσμενής περιβαλλοντική επίπτωση στην ομαλή φάση λειτουργίας του χρυσωρυχείου, και πολύ περισσότερο σε συνθήκες ατυχήματος, ακυρώνουν το περιβάλλον ως αναπτυξιακό πόρο.
· Μια σοβαρή επίσης παράλειψη της μελέτης κόστους –οφέλους είναι η εξής :
Με δεδομένο ότι το κράτος δεν έχει δικαιώματα, διότι το μεταλλείο είναι ιδιωτικό, δεν υπολογίζεται στη μελέτη η αξία του μεταλλεύματος χρυσού που βρίσκεται θαμμένο ως περιουσία του ελληνικού δημοσίου. Αντιμετωπίζεται δηλαδή η συγκεκριμένη ποσότητα μεταλλεύματος ως έχουσα μηδενική αξία.
Από τις παραπάνω παρατηρήσεις προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη μελέτη κόστους – οφέλους ή καλύτερα κοινωνικού κόστους – κοινωνικού οφέλους, δεν προσεγγίζει αξιόπιστα και αντικειμενικά ούτε το κόστος ούτε το όφελος.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, και κάνοντας μια υπόθεση εργασίας, ας δεχτούμε ότι η μελέτη είναι σωστή, και η μέθοδος και τα στοιχεία της.
Χρησιμοποιώντας λοιπόν όπως προείπαμε στοιχεία άλλων μελετών από διάφορα μέρη της γης, και διάφορες εξορυκτικές δραστηριότητες η μελέτη του ΕΜΠ καταλήγει στα εξής συμπεράσματα:
α) Υπό κανονικές συνθήκες το κόστος των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε ετήσια βάση ανέρχεται σε 10.670.000€. Εδώ σημειώνουμε ότι δεν έχουν κοστολογηθεί σοβαροί περιβαλλοντικοί παράγοντες.
β) Σε περίπτωση εκτεταμένου περιβαλλοντικού ατυχήματος το κόστος της ζημιάς εκτιμήθηκε σε 39.800.000€ σε ετήσια βάση τα οποία αναλογούν σε 257.240.000€ κοινωνικής καθαρής Παρούσας Αξίας με βάση τη διάρκεια λειτουργίας του έργου.
Στο σημείο αυτό πρέπει να προσθέσουμε ότι δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη, η πιθανότητα αστοχίας στις λίμνες επιβαρυμένων υδάτων, ατυχήματος στα εκρηκτικά, ατυχήματος στην μεταφορά – διαχείριση ΝαCN κτλ. Αναφέρονται, δηλαδή, σε ένα ‘light’ ατύχημα του οποίου οι συνέπειες υποτιμώνται. Ισχυρίζονται, δηλαδή, ότι το τέλμα, σε περίπτωση αστοχίας, θα μετακινηθεί κάποια μέτρα και θα σταματήσει.
Όσον αφορά δε το NaCN και την επικινδυνότητά του, το μόνο που πρέπει να αναφερθεί εδώ είναι η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου, στις 5-5-2010, για την «πλήρη απαγόρευση της μεταλλείας με χρήση κυανίου σε όλη την Ε.Ε.» Τόσο ακίνδυνο είναι το κυάνιο !!
Και ως σχολιασμό στον ισχυρισμό των μελετητών ότι είναι ελάχιστες οι πιθανότητες ατυχήματος, αναφέρουμε ότι από το 1992 έως το 2000 σημειώθηκαν 8 μεγάλα ατυχήματα σε χρυσωρυχεία (ένα ατύχημα ανά έτος). Από το 1995 μέχρι το 2009, σημειώθηκαν 34 διαρροές κυανίου σε μεταλλεία (2,5 ατυχήματα ανά έτος) και από το 1998 μέχρι το 2007, 5 ατυχήματα από μεταφορά κυανίου. Άρα, και μόνον η παραδοχή που κάνουν οι μελετητές ότι η μεταφορά και η διαχείριση 729 τόνων κυανίου τον χρόνο, δηλαδή 5932 τόνων καθ΄ όλη την διάρκεια του έργου, «ενέχει μηδενικό κίνδυνο» καθιστά και την μελέτη και τα αποτελέσματά της επιεικώς μη αξιόπιστα.
Τον ίδιο σχολιασμό μπορούμε να κάνουμε και για τα εκρηκτικά υλικά και τις ανατινάξεις. Σημειώνουμε ότι θα χρησιμοποιηθούν 700.000 kgr εκρηκτικών. Από την χρήση αυτών των ποσοτήτων, οι μελετητές ισχυρίζονται ότι ο κίνδυνος θα είναι μηδενικός !!
Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η μελέτη κόστους οφέλους είναι:
α) Κοινωνική Καθαρή Παρούσα Αξία σε κανονικές συνθήκες
Στατιστικό μέγεθος
Αξία σε χιλ. €(2011)
Διάμεσος
€ 351.577
Με ποσοστό μεγαλύτερο από 5%
Ελάχιστη τιμή
€ 155.517
Με ποσοστό μεγαλύτερο από 90%
β) Κοινωνική Καθαρή Παρούσα Αξία σε περίπτωση ατυχήματος
Το τελικό συμπέρασμα της μελέτης είναι:
Λαμβάνοντας ως ελάχιστη ΚΚΠΑ τα 155.517,000€/έτος και ως ζημιά περιβαλλοντική τα 257.240.000, η τελική ΚΚΠΑ είναι –Ζημιά 102.000.000€.
Επειδή η τοπική κοινωνία δεν είναι ασφαλιστική εταιρεία πού να συνυπολογίζει την ζημιά από ατύχημα σε σχέση με την πιθανότητα να συμβεί αυτό μένουμε στο ότι με δικά τους στοιχεία το έργο έχει Κοινωνική Καθαρή Παρούσα Αξία -102.000.000€. Είναι δηλαδή καθαρά κοινωνικά ζημιογόνο.
Βέβαια η όλη προσέγγιση κόστους – οφέλους πάσχει στον κεντρικό της άξονα, διότι για τον υπολογισμό της ΚΚΠΑ υπολογίζει καί το σκέλος των εσόδων καί το σκέλος των εξόδων για οκτώ έτη λειτουργίας του μεταλλείου. Δεν λαμβάνουν, δηλαδή, υπόψη τους οι μελετητές /ερευνητές ότι τα μεν έσοδα πράγματι θα προκύψουν και θα αναλωθούν στην οκταετία, αλλά το ατύχημα μπορεί να συμβεί σε 20, 30, 50, 100, 200 χρόνια. Θα κληθούν, με άλλα λόγια, οι απόγονοί μας να πληρώσουν αδρά τις σημερινές επιλογές μας. Αυτό εκτός από αντι-συνταγματικό, είναι και ανήθικο.
Δ. ΕΛΛΕΙΨΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ
Κάνοντας έναν έλεγχο της μελέτης διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις στην υπό εξέταση μελέτη. Εντελώς ενδεικτικά αναφέρουμε:
α. Δεν υπάρχουν επί μέρους «διαγράμματα» ροής (FLOW CHART) όπου να αναγράφονται το μέγεθος, ο εξοπλισμός κάθε ενδιάμεσης μονάδας της παραγωγικής διαδικασίας καθώς και της επεξεργασίας των αποβλήτων, το είδος των εισερχόμενων και εξερχόμενων υλών κάθε μονάδας, η παραγωγική ικανότητα, τα τελικά και ενδιάμεσα προϊόντα κτλ» όπως προβλέπεται από την §5.3.4 της ΚΥΑ 69269/1990, για τις βασικές μονάδες του έργου :
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για την μονάδα αφύγρανσης (φιλτρόπρεσσας), στην οποία στηρίζει όλη τη νέα επιχειρηματολογία της η εταιρεία για την επεξεργασία των τελμάτων, παρατίθενται μόλις 8 γραμμές στις οποίες δεν αναφέρονται στοιχειώδεις και απαραίτητες πληροφορίες όπως είναι:
– Η ποιότητα και η ποσότητα του νερού πλύσης
– Παράθεση των υπολογισμών και των απαιτούμενων μεγεθών διαστασιολόγησης
– Βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά όπως «άνοιγμα οπών» (mesh)
– Reference list
– Ποιότητα στραγγιδίων, περιεκτικότητα σε βαριά μέταλλα κ.λ.π.
β. Δεν υπάρχουν επαρκείς εφεδρείες π.χ. η χωρητικότητα της εγκατάστασης διάθεσης τελμάτων ανέρχεται σε 9.900.000 m³, όση ακριβώς και η υπολογισθείσα ποσότητα τελμάτων.
γ. Όσον αφορά την διαχείριση του νερού, στο κεφάλαιο 5.8 στην § 5.8.1 της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αναφέρεται : « Η κύρια ιδέα πίσω από το σύστημα διαχείρισης νερών του έργου Περάματος είναι να εμποδίσει την διάθεση των υγρών αποβλήτων σε οποιονδήποτε φυσικό αποδέκτη, έτσι ώστε το συνολικό σύστημα διαχείρισης των νερών να λειτουργεί ως ένα ελεγχόμενο κλειστό σύστημα».
Η επιλογή αυτή της πλήρους ανακύκλωσης των εν δυνάμει αποβλήτων απαιτεί να αποδεικνύεται η ικανότητα των ενδιάμεσων μονάδων επεξεργασίας ή κατακράτησης. Θα πρέπει δηλαδή να αναφέρεται και να αποδεικνύεται η ακριβής περιεκτικότητα τόσο των υγρών αποβλήτων όσο και των επεξεργασμένων αποβλήτων.
Στην Μ.Π.Ε. όμως απουσιάζουν πλήρως οι απαραίτητοι υπολογισμοί και διαστασιολογήσεις των ενδιάμεσων μονάδων επεξεργασίας, όπως είναι οι λίμνες αποβλήτων, οι κυκλώνες, οι πυκνωτές, οι φιλτρόπρεσσες κτλ.
δ. Δεν γίνεται αναφορά στην ποιότητα και στην καθιζισημότητα, στην συσσώρευση των ιζημάτων της «λίμνης δυνητικά επιβαρημένων αποβλήτων»
ε. Δεν αντιμετωπίζεται η αποκατάσταση της «λίμνης δυνητικά επιβαρημένων αποβλήτων». Αφήνεται στην τύχη της μία λίμνη τοξικών 160.000 m³.
στ. Με δεδομένο ότι στην μονάδα καταστροφής κυανιόντων χρησιμοποιούνται αλλά και παράγονται αέρια, θα έπρεπε αυτή να αντιμετωπίζεται ως εν δυνάμει πηγή αερίων αποβλήτων, πράγμα το οποίο δεν γίνεται στην συγκεκριμένη μελέτη.
πλυντρίδων της δεξαμενής NaCΝ
ζ. Ο χώρος απόθεσης τέλματος, που στην πράξη είναι ένας Χ.Υ.Τ.Ε.Α., δεν διαθέτει σύστημα απομάκρυνσης στραγγιδίων. Αντιμετωπίζεται ως χώρος παραγωγής μηδενικής ποσότητας στραγγιδίων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία.
η. Δεν αποδεικνύεται ότι ο χώρος διάθεσης των τελμάτων πληροί τις προδιαγραφές των Χ.Υ.Τ.Ε.Α., όσον αφορά στα στραγγίδια, στην στεγάνωση, στην κλήση των πρανών, κ.λ.π.
Κλείνοντας θα θέλαμε να πούμε ότι είναι συνταρακτικό και πρωτοφανές αυτό που συμβαίνει εδώ και 13 χρόνια.
Να γνωμοδοτούν επανειλημμένα αρνητικά όλα τα Δημοτικά, Νομαρχιακά, Περιφερειακά συμβούλια, Επιμελητήρια, Δημόσιες υπηρεσίες, Σύλλογοι κλπ.
Πιστεύουμε ότι δεν έχουμε πάθει όλοι εμείς ομαδική παράκρουση ή ότι δεν θέλουμε το καλό του τόπου μας.
Μένει να το πιστέψει και η κυβέρνηση εμπράκτως, αν δεν θέλει να μας βρει μπροστά της.
Το πώς θα την συμβουλεύαμε να μην το δοκιμάσει.