Ανοιχτή επιστολή Κωνσταντίνου Δ. Χατζημιχαήλ
Δεν θα είναι υποψήφιος στον Έβρο με τη Ν.Δ.
Αγαπητοί συντοπίτες,
Με την παρούσα επιστολή θα ήθελα να σας ενημερώσω σχετικά με την πρόταση που μου έγινε προ ημερών από το πολιτικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, προκειμένου να θέσω υποψηφιότητα στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Είναι αλήθεια ότι η πρόταση αυτή, και δη το πλαίσιο στο οποίο ετέθη, με τιμά βαθύτατα. Δεν έκρυψα ποτέ άλλωστε την ιδεολογική μου αφετηρία και την πολιτική συγγένεια με τον ευρύτερο χώρο της κεντροδεξιάς, καίτοι η μέχρι τώρα δράση μου σε κοινωνικούς φορείς βασικό και αδιαπραγμάτευτο γνώμονα είχε, και θα συνεχίσει να έχει απαρέγκλιτα, την προώθηση των συμφερόντων της τοπικής κοινωνίας συλλήβδην. Παρ΄ όλα αυτά η οριστική απόφαση που έλαβα, ύστερα από μακρά σκέψη, σχοινοτενείς συζητήσεις και εξαντλητική ανάλυση των δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί – δεδομένων που διατρέχουν ασφαλώς όχι μόνον τις τοπικές δομές αλλά ολόκληρο το εγχώριο πολιτικό σύστημα – είναι αρνητική.
Η απόφασή μου αυτή εδράζεται σε κάποιους βασικούς πυλώνες, προκύπτει δηλαδή ως αναπόφευκτο συμπέρασμα από τη διασάφηση και ερμηνεία ενός καίριου, κατά τη γνώμη μου, πλέγματος υπαρχουσών δομών, προσωπικών στόχων και αντικειμενικών περιθωρίων επίτευξής τους.
Είναι πια κάτι παραπάνω από προφανές ότι το πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης, το σύστημα δηλαδή το οποίο εδώ και τριάντα πέντε χρόνια γέννησε και εξέθρεψε τις παθογένειες που οδήγησαν τη χώρα στο σημείο που βρίσκεται σήμερα, αντικείμενο χλεύης και παρία της υφηλίου, φτάνει στο τέλος του. Οι εκτιμήσεις για την επόμενη μέρα πολλές (Νέα Μεταπολίτευση), αυτό όμως που προς το παρόν έχει σημασία είναι ότι το πασοκογενές εξάμβλωμα πνέει τα λοίσθια και οι πολίτες (οι οποίοι βέβαια δεν στερούμαστε ευθυνών για την ανοχή στο αυτοκτονικό παπανδρεϊκό μόρφωμα που σάρωσε και διάβρωσε τον κοινωνικό ιστό της χώρας) βιώνουν δυστυχώς με τον χειρότερο τρόπο τη δύση μιας περιόδου που χαρακτηρίστηκε από αναξιοκρατία, φαυλότητα, οικογενειοκρατία, εθνική αποδόμηση και αφόρητη πολιτισμική υπανάπτυξη. Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι μέσα σε ένα τέτοιο νοσηρό πλαίσιο οι πιθανότητες πραγματικής προσφοράς (σημ.: αναφέρομαι εδώ σε ουσιαστική, μετρήσιμη προσφορά και όχι σε ανέξοδα φληναφήματα που στοχεύουν σε εντυπωσιοθηρία, παραπλάνηση και σε εμμονική, με όποιο κόστος, διατήρηση οφικίων) ενός εξωσυστημικού παράγοντα θα ήταν σε αυτήν την φάση, αντικειμενικά, μειωμένες. Πράγμα που αναπόδραστα επιδρά καταλυτικά στην απόφαση οποιουδήποτε εχέφρονος πολίτη που αγωνιά και προτάσσει το διακύβευμα της βέλτιστης εκπροσώπησης του τόπου αλλά και, επιπλέον, έχει μάθει να λειτουργεί θέτοντας στόχους για να τους εκπληρώσει, όχι για να δικαιολογήσει την πολιτική του ύπαρξη.
Σε κάθε περίπτωση, η δυνητική μετοχή σε ένα κοινοβούλιο και σε μια πραγματικότητα που καθημερινά στιγματίζεται από τη διαρκή σύνθλιψη της ελληνικής οικονομίας και κατ΄ επέκταση των ελληνικών νοικοκυριών, αποτελεί μέγιστο προσωπικό ζήτημα για κάθε έναν που θέτει εαυτόν στην υπηρεσία της πατρίδας, διό και οι όποιες αποφάσεις θεωρώ ότι πρέπει να λαμβάνονται με αίσθημα απόλυτης ανιδιοτέλειας και αφοσίωσης στο όραμα της σωτηρίας της χώρας – κοινώς, η πατρίδα έχει ανάγκη τους ικανότερους τώρα περισσότερο από ποτέ∙ πολυτέλειες για μικρονοϊκούς και ιδιοτελείς σχεδιασμούς δεν υπάρχουν. Και αυτή η διαπίστωση, κοινός τόπος στους πολίτες, δεν αφορά μόνον τα υψηλότερα κλιμάκια άσκησης εξουσίας αλλά το σύνολο της διοίκησης, κυρίως δε απευθύνεται σε καθ΄ έξιν επαγγελματίες της πολιτικής που και μόνο στο άκουσμα της πιθανότητας εκλογικής αναμέτρησης με άφθαρτους ανθρώπους κάποιας αποδοχής, που κομίζουν ένα νέο ήθος και μια διαφορετική (όχι παλαιοκομματική, αν μη τι άλλο) κουλτούρα, σπεύδουν ασκόπως να δυσθυμήσουν προεξοφλώντας εσφαλμένα διαθέσεις και κρίνοντας εξ ιδίων προθέσεις. Σε ό,τι πάντως με αφορά, να τονίσω το αυτονόητο (για όποιον τουλάχιστον τυγχάνει να με γνωρίζει έστω και ελάχιστα): Από την ενασχόληση με την πολιτική έχω μόνον να χάσω. Μέχρι σήμερα οι κοινωνικές μου δράσεις γίνονται πάντοτε σε βάρος των επαγγελματικών μου δραστηριοτήτων, έτσι που το μόνο που απομένει να με ωθεί στην ενασχόληση με τα κοινά είναι η αδιαπραγμάτευτη αγάπη για τον υπέροχο τόπο μου και η σταθερή πεποίθηση ότι ο κόσμος του Έβρου αξίζει πολλά περισσότερα από την απομόνωση που υφίσταται χρόνια τώρα.
Αγαπητές φίλες και φίλοι, κατά το μόλις ολίγων ημερών διάστημα από τη στιγμή που ανακοινώθηκε η πιθανότητα καθόδου μου στις βουλευτικές εκλογές έως και σήμερα, έλαβα και λαμβάνω πληθώρα μηνυμάτων υποστήριξης, ενθάρρυνσης και ολόψυχης συμπαράστασης. Πραγματικά η ανέλπιστη αποδοχή και μόνο του ενδεχομένου της υποψηφιότητάς μου αποτέλεσε για μένα μια άνευ προηγουμένου έκπληξη που σταδιακά αποκρυσταλλώνεται σε ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης, χρέους και καθήκοντος απέναντι στους συμπολίτες μου. Η αφειδώλευτη και ευρύτατη αυτή στήριξη του κόσμου καταγράφεται ως σαφές πολιτικό κεφάλαιο, με την έννοια της ευθύνης προς όλους όσους κατέγραψαν στο πρόσωπό μου την αδήριτη ανάγκη και απαίτηση για ανανέωση του πολιτικού δυναμικού και αποτελεσματικότερη εκπροσώπηση του τόπου. Οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα αναμένονται ραγδαίες, όπως και η ριζική μεταβολή του πολιτικού σκηνικού. Γι΄ αυτό και απαιτείται εγρήγορση, ομοψυχία, διάθεση πολιτικής μεταρρύθμισης και ανανέωση όχι μόνο προσώπων αλλά και νοοτροπίας εν γένει. Και είναι σίγουρο πια ότι τον αγώνα για την επανάκτηση της αξιοπρέπειάς και των ονείρων μας θα τον δώσουμε από κοινού.