Το άρθρο του Γιώργου Ντόλιου «Περί διλημμάτων»
Είναι χωρίς υπερβολή δραματικά δύσκολη η θέση των βουλευτών που στηρίζουν την κυβέρνηση Παπαδημου. Δυσκολότερη είναι η θέση της Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ, τόσο στο σύνολό της όσο και του κάθε βουλευτή χωριστά. Ανέλαβαν την πολιτική ευθύνη να στηρίξουν με την ψήφο τους το μνημόνιο τόσο στην αρχική του μορφή όσο και στις διάφορες εκδοχές του, ευρισκόμενοι πάντα ενώπιον διλημμάτων και της σταθερής απειλής της πτώχευσης. Σε πρώτο χρόνο οι περισσότεροι το έκαναν με την πίστη ότι πράττουν το σωστό, ότι εκτελούν το καθήκον τους, ότι δίνουν διέξοδο στο πρόβλημα της χώρας. Όμως, η αδυναμία επίτευξης των στόχων και των δεσμεύσεών μας – είτε γιατί ήταν ανεδαφικοί, είτε γιατί υπήρχε ολιγωρία, διστακτικότητα και ανεπάρκεια σε διάφορους τομείς της κυβέρνησης και του κράτους- είχε ως αποτέλεσμα όχι απλώς την διάψευση των προσδοκιών, αλλά και την εμπέδωση της πεποίθησης στην πλειοψηφία των πολιτών ότι η προσπάθεια είναι ατελέσφορη και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα δεν θα προκύψει ποτέ.
Μέσα σ’αυτό το κλίμα απαισιοδοξίας και μελαγχολίας οι Βουλευτές βρισκόμαστε και πάλι ενώπιον ενός δραματικού διλήμματος . Κατά την άποψη μου δεν εκφράζεται πλέον από το «σωτηρία της χώρας ή πτώχευση», από το «ευρώ ή δραχμή». Η αίσθηση μου, σχεδόν πεποίθηση μου, είναι ότι πιο αξιόπιστα το δίλημμα αποδίδεται από την επιλογή της επιστροφής στη δραχμή ή από τη μετατροπή της χώρας μας σε προτεκτοράτο της Γερμανίας. Στη διαμόρφωση αυτού του νέου διλήμματος –κατά το δεύτερο σκέλος του τουλάχιστον_ συμβάλλουν οι πολιτικές δυνάμεις της Γερμανίας, οι οποίες υιοθετώντας προεκλογικές και λαϊκίστικες προσεγγίσεις , εμφανίζονται να επιδιώκουν να επιβάλλουν Γερμανό Επίτροπο, καταργώντας την εθνική ανεξαρτησία μιας χώρας, αδιαφορώντας για τις δημοκρατικές αξίες της Ευρώπης και των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αγνοώντας τους κινδύνους για την ίδια τη Γερμανία , αφού αυτές οι συμπεριφορές δημιουργούν συνειρμούς , όχι μόνο στους Έλληνες, που παραπέμπουν σε συμπεριφορές του παρελθόντος.
Το αν δεν θα υπάρξει τελικά επίτροπος, μόνο σε συμβολικό επίπεδο προσφέρει ανακούφιση. Αυτό που ουσιαστικά διαμορφώνεται ως πεποίθηση είναι ότι στην Ελλάδα καταργείται η ίδια η λειτουργία της δημοκρατίας. Με αυτή του την μορφή το δίλημμα είναι αποκρουστικό.
Αντιλαμβάνομαι, ότι εκ των πραγμάτων θα πρέπει να υπάρχει μια εποπτεία επί της εφαρμογής του προγράμματος που θα συμφωνήσουμε εν ονόματι της αναδιάρθρωσης του χρέους και της νέας δανειακής σύμβασης. Δυστυχώς όμως δεν αξιοποιήσαμε – είτε γιατί δεν το επιχειρήσαμε, είτε γιατί δεν το καταφέραμε_ τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την «ισότιμη» εταιρική παρουσία μας σ’αυτούς, έτσι ώστε να εφαρμόστεί μια εποπτεία με θεσμικά ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Δεν παραγνωρίζω βεβαία κάνοντας αυτή τη διαπίστωση, την αποδοχή του κυριαρχικού ρόλου της Γερμανίας από την πλειοψηφία των χωρών της Ε.Ε.
Το δίλημμα στο οποίο προαναφέρθηκα μπορεί να έχει και άλλη εκδοχή για τον καθορισμό της στάσης μας. Εάν και εφόσον καταλήξουν οι πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν τη σημερινή Κυβέρνηση σε μια συμφωνία, το ερώτημα που τίθεται είναι : ποιες πολιτικές δυνάμεις, ποια κυβέρνηση και ποιο Κοινοβούλιο θα αναλάβει να εφαρμόσει τις δεσμεύσεις που θα προκύπτουν εν ονόματι της νέας δανειακής σύμβασης. Είναι ένα υπαρκτό ερώτημα, το οποίο νομίζω ότι θα επηρεάσει τη στάση των Βουλευτών. Η ψήφος του κάθε Βουλευτή έχει καθοριστικό και αποφασιστικό χαρακτήρα και δεν επιδιώκει να στείλει απλώς μηνύματα, να εκφράσει επιθυμίες ή ακόμα να δημιουργήσει προσωπικά ή συλλογικά «άλλοθι».
Η απόφαση για τον καθένα από μας είναι πραγματικά δύσκολη. Για να είμαι ειλικρινής, προσωπικά δεν θα νιώθω ασφαλής όποια απόφαση και αν επιλέξω. Αυτό που πραγματικά θα βοηθήσει όλους, είναι ένας ειλικρινής διάλογος στη Βουλή μακριά και περά από κομματικές και προσωπικές σκοπιμότητες . Αυτό το οφείλουμε στους πολίτες της χώρας, στα ελληνικά νοικοκυριά, στα παιδιά και εγγόνια μας, ως μια στάση έμπρακτης συγγνώμης για την κατάσταση την οποία βιώνουν οι Έλληνες σήμερα. Την ευθύνη για αυτόν τον ειλικρινή διάλογο έχουν οι πολιτικοί ηγέτες των κομμάτων, οι οποίοι χωρίς εξωραϊσμούς και απόκρυψη της ωμής πραγματικότητας, με απλό και συγκεκριμένο λόγο οφείλουν να ενημερώσουν τους βουλευτές, στους οποίους θα ανήκει η ευθύνη για την κατά συνείδηση ψήφο τους . Η κομματική πειθαρχία σε τόσο κρίσιμες περιστάσεις μπορεί να απαλλάσσει από προσωπικές ευθύνες, καταργεί όμως συγχρόνως και τη συνταγματική υποχρέωση τής κατά συνείδηση ψήφου του Βουλευτή.