Εγκύκλιος Πρωτοχρονιάς μητροπολίτη Ανθίμου
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΑΝΘΙΜΟΣ
Προς τους ευλογημένους χριστιανούς της Επαρχίας μας,
απευθύνω τον εόρτιο χαιρετισμό,
Αδελφοί μου, αδελφές μου· καλή χρονιά!
Ο άνθρωπος αντιμετωπίζει το χρόνο ως αυτονόητο παράγοντα της ζωής και νομίζει ότι τον γνωρίζει. Όταν όμως συμβεί να διερωτηθεί για τη φύση του και θελήσει να την προσδιορίσει, διαπιστώνει την άγνοια και την αδυναμία του. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο σε προσωπικό, αλλά και σε πανανθρώπινο επίπεδο. Οι αρχαίοι Έλληνες ζούσαν το χρόνο ως αυτονόητο δεδομένο χωρίς να πολυπραγμονούν για την ταυτότητά του. Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι και γενικά ο εξωβιβλικός κόσμος αποδέχονταν την κυκλική θεώρηση του χρόνου. Σύμφωνα μ’ αυτήν, ο κόσμος δεν ξεκινάει από κάποια αρχή ούτε κατευθύνεται προς κάποιο τέλος. Γι’ αυτό και σε τελική ανάλυση δεν υπάρχει καμμιά πραγματική πρωτολογία ούτε εσχατολογία. Ο χρόνος είναι ένας κύκλος, η αρχή συμπίπτει με το τέλος και το τέλος είναι μια καινούργια αρχή. «Όλα τα πράγματα επανέρχονται», έλεγαν οι Πυθαγόρειοι ή «γίνονται καινούργια που παίρνουν τη θέση των παλαιοτέρων που καταστρέφονται», έλεγαν ο Ηράκλειτος, ο Εμπεδοκλής κ.ά.
Ο Πλάτωνας παρατήρησε ότι ο χρόνος δεν υπήρχε πάντοτε αλλά δημιουργήθηκε με τον χώρο, και διαβεβαίωσε ότι αν κάποτε καταλυθεί ο ουρανός θα καταλυθεί μαζί του και ο χρόνος (Τίμαιος 38b).
Ο Αριστοτέλης διερωτήθηκε αν υπάρχει ο χρόνος (Φυσικά Δ 9,217b 31) και απάντησε αρνητικά. Το εκάστοτε «νυν» δεν μπορεί να θεωρηθεί χρόνος, έλεγε, επειδή είναι η άχρονη στιγμή από την οποία διέρχεται το μέλλον πριν γίνει παρελθόν. Σε μια προσπάθεια να συνδέσει το χρόνο με την κίνηση, επινόησε τον λεγόμενο «ψυχολογικό χρόνο» και τέλος καταστάλαξε στο γεγονός ότι ο «χρόνος αποτελεί έκφραση της ανθρώπινης ψυχής» (Φυσικά Δ 14, 223a 16 κ.ε.).
Η βιβλική θεώρηση του χρόνου είναι διαφορετική. Στη Βίβλο, ο χρόνος ταυτίζεται με το περιεχόμενό του. Τα ιστορικά γεγονότα δεν είναι κατανοητά χωρίς το χρόνο και ο χρόνος δεν είναι νοητός χωρίς γεγονότα. Εξάλλου η πίστη στη δημιουργία του κόσμου «εκ του μηδενός», που είναι άγνωστη στην αρχαία ελληνική σκέψη, υπαγορεύουν την ευθύγραμμη θεώρηση του χρόνου. Ο κόσμος έχει κάποια αρχή και κατευθύνεται σε κάποιο τέλος. Ο Θεός, που είναι Δημιουργός και Κύριος του κόσμου, είναι και Κύριος του χρόνου και της ιστορίας, συμπορεύεται με το λαό του και φανερώνεται στην ιστορία του.
Με την έλευση του Χριστού και την παρουσία του μέσα στον κόσμο, εισάγεται μια καινούργια προοπτική στο χρόνο. Το έσχατο προσφέρεται μέσα στο παρόν και κάθε στιγμή της ιστορίας προσλαμβάνει εσχατολογικό χαρακτήρα (Ιω. 5,25). Σε αντίθεση με την Παλαιά Διαθήκη, για την Εκκλησία ο χρόνος και η ιστορία προσανατολίζονται στην αιωνιότητα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την περί χρόνου αντίληψη της Εκκλησίας, έχει η σχετική διδασκαλία του Μεγάλου Βασιλείου. Ο χρόνος, για τον μεγάλο Καππαδόκη, συνδέεται οργανικά με το χώρο και δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς αυτόν. Η δημιουργία υπήρξε ακαριαία, οπότε χρόνος και χώρος δημιουργήθηκαν αχρόνως με τη θέληση του Θεού. Εισάγει για πρώτη φορά στην φιλοσοφία την έννοια της αϊδιότητος του Θεού και θεωρεί ότι η υπεροχή του αϊδίου απέναντι στο αιώνιο είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερη από την υπεροχή του αιωνίου απέναντι στο χρονικό. Και αυτό είναι φυσικό, αφού ο χρόνος και ο αιώνας συνδέονται με τον κτιστό κόσμο, αισθητό ή υπεραισθητό, ενώ το αΐδιο ανήκει στον άκτιστο και προαιώνιο Θεό («Εις Εξαήμερον» 2,8 PG 29,182D-184Α και «Κατά Ευνομίου», 2,17, PG 29, 608 C).
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης αποδέχεται την έναρξη του χρόνου ταυτόχρονα με τη δημιουργία του κόσμου και την εξελικτική πορεία τους μέχρι κάποιο τέλος.
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής προσθέτει εμπειρικά, πως όταν ο άνθρωπος ενωθεί με το Θεό, απαλλάσσεται από την αλλοίωση που προκαλεί ο χρόνος (Προς Θαλάσσιον, PG 90, 760 A).
Ο ιερός Αυγουστίνος, θέτοντας τη σφραγίδα του και ευρύτερα στη μεταγενέστερη παράδοση του δυτικού χριστιανισμού, διατύπωσε τη θεωρία ότι ο χρόνος δεν πρέπει να ζητηθεί έξω από το σύμπαν αλλά μέσα σ’ αυτό και μάλιστα όχι στον εξωτερικό κόσμο αλλά στο νου του ανθρώπου (Εξομολογήσεις 11, 14-5, PL 32,815 και εξής).
Παρόμοια θεώρηση για το χρόνο συναντούμε αργότερα στον Λάϊμπνιτς (1646-1716) ενώ ο Νεύτων (1642-1727) υποστηρίζει ότι χρόνος και χώρος, με ανεξάρτητη υπόσταση από τα φαινόμενα που συμβαίνουν μέσα τους, είναι τα όργανα με τα οποία ο Θεός ενεργοποιεί την απανταχού παρουσία του στον κόσμο και βρίσκεται έτσι ταυτόχρονα στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον. Η δυαλιστική αυτή άποψη του Νεύτωνα, κυριάρχησε στη φυσική μέχρι τον αιώνα μας, ενέπνευσε μεν τον Κάντ αλλά απορρίφθηκε τελείως από τον Αϊνστάιν με τη θεωρία της σχετικότητος και του χρόνου. Το νέο μέγεθος του χωροχρόνου, καθιστά το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον σχετικά, επειδή εξαρτώνται από την κινητική κατάσταση του παρατηρητή. Ο εβραϊκής καταγωγής Αϊνστάιν, στη θεωρία της σχετικότητος που διετύπωσε, δεν μπόρεσε να αποφύγει τη βιβλική παράδοση που βίωνε μέσα του.
Σήμερα οι επιστήμονες βεβαιώνουν ότι ο χρόνος, όπως και ο χώρος, δεν επηρεάζει μόνο τα πράγματα και τις δυνάμεις του κόσμου αλλά και επηρεάζεται από αυτά. Δεν μπορούμε να μιλούμε για γεγονότα μέσα στο σύμπαν χωρίς τις έννοιες του χώρου και του χρόνου, δεν μπορούμε να μιλούμε για το χώρο και το χρόνο χωρίς τα γεγονότα μέσα στο σύμπαν, όπως δεν έχει νόημα να μιλούμε για χρόνο και χώρο έξω από το σύμπαν (S. Hawking, «Το χρονικό του χρόνου» μτφ. Κ.Χάρακα, Αθήνα 1989, σελ.67).
Αγαπητοί μου,
Ως άνθρωποι, βιώνουμε την απάτη του κοσμικού χρόνου που οδηγεί στην απομόνωση, στην απογοήτευση και στο θάνατο.
Ως χριστιανοί, καλούμεθα να αξιοποιήσουμε σωστά το χρόνο μας και να τον επενδύσουμε στην προοπτική της αιώνιας ζωής (Εφεσ. 5,16 και Κολ. 4,5).
Αϊνστάιν και Γρηγόριος Θεολόγος συμφωνούν στο ότι η σχετικότητα και η ανωμαλία της παρούσης ζωής δεν αποτελούν αρνητικές καταστάσεις ή απλά επεισόδια, αλλά δυνατότητες για τη μετάθεση εκ «των ορωμένων και σαλευομένων επί τα εστώτα και μη κινούμενα» (Γρηγ.Θεολόγου, Λόγος 7,19PG 35,780Β). Στην προοπτική αυτή όλα βρίσκουν τη θέση και τη δικαίωσή τους. Τίποτε δεν εγκαταλείπεται. Τίποτε δεν παραθεωρείται. Τίποτε δεν αντιμετωπίζεται ως συμπτωματικό. Ο Θεός είναι ο Κύριος του κόσμου και της ιστορίας, ο Παντεπόπτης και Παντοκράτωρ. Η χαρά και ο πόνος, η επιτυχία και η αποτυχία, η πρόοδος και η καταστροφή δεν αλληλοαφανίζονται, αλλά προσφέρονται ως μέσα για την ολοκλήρωση του ανθρώπου· για την καθολική καταξίωση της ζωής του, που πραγματοποιείται στην Εκκλησία.
Η Εκκλησία δεν αποστρέφεται το χρόνο, αλλά φανερώνεται μέσα στο χρόνο. Δε λυπάται γι’ αυτό που έφυγε, ούτε αγωνιά γι’ αυτό που έρχεται. Το κλείσιμο της ημέρας που περνάει γίνεται απαρχή της ημέρας που έρχεται. Ο Εσπερινός είναι που μας εισάγει στην καινούργια ημέρα και όχι ο Όρθρος. Κι ενώ ο άνθρωπος μπορεί να στενοχωρείται γι’ αυτό που έχασε ή να χαίρεται γι’ αυτό που περιμένει, ενώ μπορεί να λυπάται για το παρελθόν και να φοβάται για το μέλλον, η Εκκλησία, μας καλεί σταθερά και αδιατάρακτα σε μιά πορεία εμπιστευμένη στα χέρια του Θεού. Ό,τι έγινε δεν αλλάζει. Ό,τι χάνεται δεν ξανακερδίζεται. Όμως η Εκκλησία εντάσσει δημιουργικά το παρελθόν μας στο παρόν αφού το διορθώσει με την μετάνοια. Δεν αφήνει να χύνονται μάταια δάκρυα για το παρελθόν μας, αλλά αρδεύει με αυτά το παρόν μας, ώστε να ανθοφορήσουν και να καρποφορήσουν στο μέλλον μας. Έτσι επεκτείνει το σώμα της στην ιστορία και κινείται μέσα στον κόσμο με τον δικό της χρόνο. Συνοδεύει τον κοσμικό χρόνο και εκβάλλει στην αιωνιότητα. Με αυτόν τον τρόπο συγκρατεί τον άνθρωπο και τον κόσμο σε ενότητα. Αποτρέπει την αποσύνθεση. Κατευθύνει την ολοκλήρωση καθιστώντας το μυστήριο της παρουσίας του Χριστού, ενεργό μέσα στο χρόνο.
Το λοιπόν, αδελφοί, «Μην προσαρμόζεσθε στη νοοτροπία αυτού του κόσμου, αλλά να μεταμορφώνεσθε συνεχώς προς το καλό. Έτσι θα μπορείτε να διακρίνετε ποιο είναι το θέλημα του Θεού, το καλό και αρεστό σ’ εκείνον και το τέλειο. Μη φρονείτε για τον εαυτό σας παραπάνω απ’ ό,τι πρέπει να φρονείτε, αλλά να σας διακρίνει η μετριοφροσύνη και η σύνεση. Θυμηθείτε πως ο Θεός είναι που χάρισε στον καθένα σας ό,τι έχετε. Παράδειγμα το σώμα μας: έχουμε πολλά μέλη, δεν επιτελούν όμως όλα την ίδια λειτουργία. Έτσι και το πλήθος των χριστιανών, είμαστε ένα σώμα χάρη στο Χριστό. Καθένας μας αποτελεί μέλος του σώματος, που μέλη του είναι και όλοι οι άλλοι. Η αγάπη σας να είναι ειλικρινής. Να αποστρέφεστε το κακό και να ακολουθείτε το καλό. Να δείχνετε με στοργή την αγάπη σας για τους άλλους. Να συναγωνίζεστε ποιος θα δείξει περισσότερη εκτίμηση στον άλλον. Μην είστε οκνηροί σε ό,τι πρέπει να δείχνετε ζήλο, να έχετε πνευματικό ενθουσιασμό, να υπηρετείτε τον Κύριο. Η ελπίδα να σας δίνει χαρά. Να έχετε υπομονή στις δοκιμασίες. Να επιμένετε στην προσευχή. Να βοηθάτε τους άλλους όταν βρίσκονται σε ανάγκη και να επιδιώκετε να φιλοξενείτε. Να προσεύχεστε για το καλό των διωκτών σας, να ζητάτε την ευλογία του Θεού γι’ αυτούς και όχι να τους καταριέστε. Να χαίρεστε με όσους χαίρονται και να λυπάστε με όσους λυπούνται. Να έχετε ομόνοια μεταξύ σας. Μην είστε υπερήφανοι, αλλά να συναναστρέφεστε και τους απλοϊκούς συνανθρώπους σας. Μην έχετε την ψευδαίσθηση πως είστε σοφοί. Αν κάποιος σας κάνει κακό, μην του το ανταποδίδετε. Φροντίζετε να κάνετε το καλό σε όλους τους ανθρώπους. Όσο εξαρτάται από σας, να ζείτε ειρηνικά με όλους. Μην εκδικείσθε σεις κανέναν, επειδή αυτό είναι δουλειά του Θεού την ώρα της κρίσεως. Όπως λέει η Γραφή: δική μου είναι η εκδίκηση, εγώ θα τους ξεπληρώσω, λέει ο Κύριος. Αν, λοιπόν, πεινάει ο εχθρός σου, δωσ’ του να φάει· αν διψάει, δωσ’ του να πιει. Έτσι θα τον κάνεις να αισθανθεί τύψεις και ντροπή. Μην αφήνεις να σε νικήσει το κακό αλλά να νικάς το κακό με το αγαθό (Ρωμ. 2-5 και 9-21).
Κάθε άνθρωπος οφείλει να υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, επειδή όλες οι εξουσίες είναι δοσμένες από το Θεό. Να αποδίδετε σε όλους ό,τι τους οφείλετε: φόρο και δασμό σ’ όποιον οφείλετε φόρο και δασμό, σεβασμό και τιμή σ’ όποιον οφείλετε σεβασμό και τιμή. Να μην χρωστάτε σε κανέναν, εκτός βέβαια από την αγάπη που οφείλετε πάντοτε ο ένας στον άλλο. Όποιος αγαπάει τον άλλο, έχει τηρήσει το σύνολο των εντολών του Θεού. Όλα αυτά σας τα λέω επειδή, όπως ξέρετε, είναι κοντά το τέλος. Ήρθε η ώρα, ξυπνήσετε από τον ύπνο. Επειδή, τώρα, η τελική σωτηρία βρίσκεται πιο κοντά μας, παρά τότε που πιστέψαμε. Η νύχτα όπου να ‘ναι φεύγει και η ημέρα κοντεύει να ‘ρθει. Γι’ αυτό ας πετάξουμε από πάνω μας τα σκοτεινά έργα κι ας φορέσουμε τα όπλα του φωτός. Η διαγωγή μας ας είναι κόσμια, τέτοια που ταιριάζει στο φως. Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη και ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες και οι φθόνοι. Ντυθείτε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και μην αφήνετε τον αμαρτωλό εαυτό σας να σας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών σας (Ρωμ.13, 1,7,8 και 11-14).
Να δέχεστε όποιον έχει ασθενική πίστη, χωρίς να επικρίνετε τις απόψεις του. Όταν ζούμε, ζούμε για τον Κύριο, όταν πεθαίνουμε, πεθαίνουμε για χάρη του Κυρίου. Είτε, λοιπόν, ζούμε είτε πεθαίνουμε, ανήκουμε στον Κύριο. Γιατί λοιπόν, εσύ, ο ασθενικός στην πίστη, κατακρίνεις τον αδελφό σου; Και συ, ο ισχυρός στην πίστη, γιατί περιφρονείς τον αδελφό σου; Όλοι μας θα σταθούμε μπρος στο Χριστό, για να δώσουμε λόγο. Γι’ αυτό, λοιπόν, ας σταματήσουμε να κατακρίνουμε τους άλλους. Κοιτάξτε να μη βάζετε πρόσκομμα ή εμπόδιο στον αδελφό σας. Μη ξεχνάτε πως η Βασιλεία του Θεού δεν είναι φαγητά και ποτά, αλλά δικαιοσύνη, ειρήνη και χαρά, που δίνει το Άγιο Πνεύμα. Ας επιδιώξουμε, λοιπόν, ό,τι φέρνει την ειρήνη και ό,τι συντελεί στην πνευματική οικοδομή του συνόλου της Εκκλησίας (Ρωμ.14, 1,4,8,10,13,17,19).
Όσοι έχουμε δυνατή πίστη, οφείλουμε να ανεχόμαστε τις αδυναμίες των άλλων και να μην κάνουμε ό,τι μας αρέσει. Η συμπεριφορά του καθενός μας να είναι αρεστή στον πλησίον, ώστε να τον βοηθάει να προκόβει στο αγαθό και έτσι να συντελεί στην οικοδομή της Εκκλησίας. Είθε ο Θεός, που χαρίζει την υπομονή και την ενθάρρυνση, να σας δώσει την ομόνοια, σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού (Ρωμ. 15, 1,2,5).
Γι’ αυτό να ενισχύετε και να βοηθάτε ο ένας τον άλλο, όπως άλλωστε κάνετε. Σας προτρέπουμε, αδελφοί, να συμβουλεύετε τους άστατους, να παρηγορείτε τους λιγόψυχους, να στηρίζετε τους αδύνατους στην πίστη και να δείχνετε μακροθυμία σε όλους. Προσέχετε, να μην ανταποδίδετε ο ένας στον άλλο το κακό, αλλά να επιδιώκετε πάντα το αγαθό και μέσα στην Εκκλησία και σ’ όλο τον κόσμο. Να είστε πάντοτε χαρούμενοι. Να προσεύχεστε αδιάκοπα. Να ευχαριστείτε το Θεό για το κάθε τι. Αυτό είναι το θέλημα του Θεού, όπως αποκαλύφθηκε σε σας, διά του Χριστού. Μη σβύνετε τη φλόγα των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Μη περιφρονείτε τα κηρύγματα των ιερέων, αλλά να τα εξετάζετε όλα και να κρατάτε ό,τι είναι χρήσιμο. Να απέχετε από κάθε λογής πονηρό. Είθε ο Θεός, που δίνει την ειρήνη, να σας κάνει ολοκληρωτικά δικούς του. Και ας διατηρηθεί άμεμπτη ολόκληρη η ύπαρξή σας, το πνεύμα, η ψυχή και το σώμα σας, μέχρι τον ερχομό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού (Θεσσαλ. 5, 11,14-23).
Ευχέτης προς Κύριον για όλους σας
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
✥ Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΑΝΘΙΜΟΣ