Εγκύκλιος Χριστουγέννων μητροπολίτη Διδυμοτείχου
Δ Α Μ Α Σ Κ Η Ν Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ, ΟΡΕΣΤΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΣΟΥΦΛΙΟΥ
ΠΡΟΣ ΤΟ ΧΡΙΣΤΕΠΩΝΥΜΟ ΠΛΗΡΩΜΑ
ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΥΤΟΥ
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΠΙ Τῌ ΕΟΡΤῌ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,
Μέσα στό σκοτάδι, τό ψῦχος καί τή σιωπή τῆς νύκτας τοῦ κόσμου, προβάλλει τό μυστικό καί συγχρόνως ἱλαρό φῶς τῆς θείας Ἀποκάλυψης καί ἡ θαλπωρή τῆς θείας παρουσίας διαχέεται κάτω ἀπό τούς ἀγγελικούς ὕμνους πού ἐξαγγέλλουν τή Σάρκωση τοῦ Λόγου «Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»(Ιω. α’14).
Τό σημαντικό καί ἐξαιρετικό αὐτό γεγονός ἐπαναφέρει στήν ἀνθρώπινη μνήμη ἡ μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων. Τότε πού στή Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας γεννήθηκε ὁ Χριστός, ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου. Πέρασαν ἀπό τότε 20 αἰῶνες. Καθ’ ὅλη τήν μακρά αὐτή διαδρομή τοῦ χρόνου διαδραματίσθησαν ἄπειρα γεγονότα μεγαλείου καί πτώσεως. Ἡ ἀνθρωπότητα ὁσάκις ἔμεινε πιστή στό κήρυγμα τῆς Βηθλεέμ καί πορεύθηκε ἐμπνεόμενη ἀπό τό ἀκραιφνές χριστιανικό πνεῦμα ἐμεγαλούργησε, ἐνῷ ἀντίθετα, ὁσάκις ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό φῶς τῆς Βηθλεέμ καί πολιτεύθηκε σάν νά μήν ἦρθε ποτέ ὁ Θεός στή γῆ καί προτίμησε τό δρόμο τοῦ δικοῦ της θελήματος, ἐπεσώρευσε δεινά καί βυθίσθηκε στό σκοτάδι τῆς ἀθλιότητας καί τῆς δυστυχίας.
Δυστυχῶς ζοῦμε καί μεῖς σέ ὅλη της τήν διάσταση, σάν κοινωνία, αὐτή τήν ἀθλιότητα καί τή δυστυχία, πού μας κληρονόμησε ἡ οἰκονομική κρίση. Μία κρίση πού δομικά της στοιχεῖα εἶναι ἡ διαφθορά τῶν θεσμῶν, ἡ διαφθορά τῆς κοινωνίας καί τῶν ἐπι μέρους πολιτῶν, καθώς καί τά φαινόμενα διαπλοκῆς. Ὅλα αὐτά τά νοσηρά φαινόμενα, δείχνουν ἐν τέλει τήν ἀληθινή ποιότητα τῆς κρίσης, ἡ ὁποία κατά βάση εἶναι πνευματική καί ἔχει σάν καρπό της τήν οἰκονομική.
Ἡ οὐσία τῆς πνευματικῆς κρίσης εἶναι ἡ ἀπουσία νοήματος ζωῆς καί ὁ ἐγκλωβισμός τοῦ ἀνθρώπου στό εὐθύγραμμο παρόν, δηλαδή ὁ ἐγκλωβισμός του στό ἐγωκρατούμενο ἔνστικτο. Ἕνα παρόν χωρίς μέλλον, χωρίς ὅραμα. Ἕνα παρόν καταδικασμένο στό ἀνιαρό καί μονότονο. Ἡ μετατροπή τῆς ζωῆς σ’ἕνα χρονικό διάστημα ἀνάμεσα σέ δύο ἡμερομηνίες, δηλαδή αὐτές τῆς γέννησης καί τῆς ταφῆς, μέ ἄγνωστο τό μεταξύ τους διάστημα. Σέ μιά τέτοια προοπτική τό ἄ-σκοπο συναγωνίζεται τό παρά-λογο καί τόν ἀγῶνα τόν κερδίζει πάντα τό τραγικό, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος –πλέον- Ἰουστίνος Πόποβιτς. Ἑπόμενο εἶναι ἡ ἀπουσία νοήματος στή ζωή νά ὁδηγῆ σέ κατανάλωση, σέ κυνήγι εὐδαιμονίας, σέ ἀναζήτηση ἐγωϊστικῆς ἀπόλαυσης. Αὐτή ἡ ἀπουσία νοήματος ζωῆς συνιστᾶ τήν πιό ριζική, τήν προσωπική κρίση τοῦ ἀνθρώπου. Σηματοδοτεῖ τήν ὑπαρξιακή του ἀποτυχία, μέ ὅλες τίς περαιτέρω τραγικές συνέπειες, τήν ἀνικανότητά του νά ἀντισταθῆ σ’ὅ,τι τόν εὐτελίζει.
Ὅταν δέν ὑπάρχει ἄλλο ὅραμα ζωῆς πέρα ἀπό τό ἐγώ τότε ἡ οἰκονομική δύναμη καί ἡ ἐπίδειξή της γίνεται ὁ μόνος τρόπος κοινωνικῆς καταξίωσης, τότε ἡ διαφθορά εἶναι ὁ μόνος δρόμος ζωῆς, διότι διαφορετικά, ἄν δέν εἶσαι διεφθαρμένος εἶσαι ἀνόητος. Τό κυνήγι τῆς ἐγωϊστικῆς ἀπόλαυσης, πού πηγάζει ἀπό μιά ζωή χωρίς νόημα, μετέτρεψε τόν ἄνθρωπο ἀπό ἐλεύθερη προσωπικότητα σέ γρανάζι μιᾶς ἀπρόσωπης μηχανῆς. Ἡ οἰκονομία δέν ἐξυπηρετεῖ πλέον τόν ἄνθρωπο ἀλλά ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἀπρόσωπο γρανάζι τῆς οἰκονομίας, ὁ ἄνθρωπος ἔχει πλέον ὑποταχθῆ σ’αὐτήν.
Ὅμως, ἀγαπητοί, «νῦν κρίσις ἐστί τοῦ κόσμου»(Ἰω.12.31) καί ἡ κρίσις συνίσταται στό ὅτι τό φῶς ἦλθε στόν κόσμο. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως ἀγάπησαν πιὀ πολύ τό σκοτάδι ἀπό τό φῶς, γιατί ἦταν πονηρά τά ἔργα τους. Αὐτή ἡ κρίση γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ ὁ Χριστός εἶναι ἡ πραγματική καί οὐσιαστική κρίση τοῦ κόσμου. Ἡ σημερινή μας κατάσταση ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ἡ πορεία τοῦ τόπου μας ἦταν μία πορεία στό σκοτάδι, πού μᾶς ἔφερε στό χεῖλος τοῦ γκρεμοῦ καί τοῦτο γιατί ἀρνηθήκαμε Ἐκεῖνον πού εἶναι τό φῶς τό ἀληθινό, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο.
Μετά τήν ὁλοκλήρωση τοῦ σωτηριώδους ἔργου τοῦ Κυρίου μας «ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη». Ὁ Κύριος ὑπῆρξε ἀπόλυτα σαφής. Αὐτός πού πιστεύει σέ μένα δέν κρίνεται, γιατί πίστεψε, ἐνῷ αὐτός πού δέν πιστεύει σέ μένα ἤδη ἔχει κριθεῖ, γιατί δέν ἐμπιστεύθηκε τό πρόσωπο τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Ἡ κρίσις πλέον ἐπαφίεται στό ἄνθρωπο καί στή στάση πού θά ἐπιλέξει ἀπέναντι στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός, λοιπόν, εἶναι ἡ κρίσις τοῦ κόσμου καί τῆς ἱστορίας γενικώτερα, ἀλλά καί τῶν ἐπί μέρους καταστάσεων τῆς ζωῆς καί τῆς κοινωνίας μας.
Συνεπῶς, καί ἡ Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, εἶναι ἡ κρίσις τοῦ κόσμου. Χωρίς νά εἶναι ἀπό τόν κόσμο, ἀλλά πορευομένη μέσα στόν κόσμο, κρίνει τόν κόσμο καί τήν ἱστορία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ χώρα τῶν ζώντων, στήν ὁποία «θάνατος οὐκέτι κυριεύει». Εἶναι ἡ ἄλλη φωνή, ἡ ἄλλη πραγματικότητα πού ζεῖ στόν κόσμο, γιά νά προσλαμβάνει καί νά σώζει τόν κόσμο. Πολλοί βέβαια ἰσχυρίζονται ὅτι καί ἡ Ἐκκλησία διέρχεται κρίση ἤ ὅτι ἡ Ἐκκλησία πού κρίνει τόν κόσμο κρίνεται ἀπό τόν κόσμο. Εἶναι προφανές ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν διέρχεται κρίση ἀλλά εἶναι καί παραμένει ἡ κρίση τοῦ κόσμου καί τῆς ἱστορίας. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἡ Κεφαλή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». Εἶναι καί παραμένει «ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» τό ἀληθινό φῶς τοῦ κόσμου. Ἀντίθετα κρίση διερχόμεθα ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, στό μέτρο πού ζοῦμε σ’αὐτό τόν κόσμο ὡς πάροικοι καί παρεπίδημοι ἤ ὡς συσχηματιζόμενοι μέ αὐτόν.
Γι’ αὐτό, εἶναι σημαντικό, σήμερα πού τό Φῶς ἀνατέλλει στή Βηθλεέμ, νά ἀναρωτηθοῦμε, ἐάν ὄντως τό πολίτευμα μας, ὡς μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι στόν οὐρανό ἤ γίναμε στελέχη ἐγκοσμίων πολιτευμάτων, ὁπότε ἔχουμε ὑποχωρήσει στήν ἐκκοσμίκευση καί ἔχουμε ταυτισθῆ μέ τά ἐγκόσμια κατεστημένα. Εἴμεθα τό ἅλας πού δέν πρέπει νά «μωρανθῆ», διότι τότε θά σβήσουμε τήν ἐλπίδα ἀπό τίς καρδιές τῶν ἄνθρώπων. Αὐτός πού θέλει νά τηρήσῃ τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νά ζῆ ἀσκητικά καί ὄχι εὐδαιμονιστικά, πρέπει νά ζεῖ ἐσχατολογικά καί ὄχι ἐγκοσμιοκρατικά.
Ἀγαπητοί μου,
Πιστοί στό ὅραμα καί τό ρῆμα τῶν Ἀγγέλων, οἱ ἁπλοῖ καί καθαροί τῇ καρδίᾳ ποιμένες βαδίζουν πρός τήν Βηθλεέμ γιά νά συναντήσουν Ἐκεῖνον πού ἐκεῖ γεννήθηκε. Τόν Σαρκωθέντα Θεό. Ἄς τούς ἀκολουθήσουμε. Ταπεινοί, ὅπως καί ἐκεῖνοι, ἄς μετανοήσουμε μπροστά στή Φάτνη καί ἄς προσκυνήσουμε καί ἄς δοξάσουμε τόν Σαρκωθέντα Μεσσία. Γονυπετεῖς ἄς πάρουμε μιά γενναία ἀπόφαση˙ νά ἀναγεννηθοῦμε πνευματικά, ἀπαλλαγμένοι ἀπό τόν ἐγωϊσμό, τίς ἁμαρτίες καί τά πάθη μας καί νά βαδίσουμε τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς μας μέ τόν Χριστό πρός τήν εἰρήνη, τή χαρά καί τήν αἰωνιότητα. Ἀμήν.
Μετ’ ἐγκαρδίων εὐχῶν καί εὐλογιῶν ἐν Χριστῷ Τεχθέντι
† Ο ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ, ΟΡΕΣΤΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΣΟΥΦΛΙΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ