Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ

 Πρός

Τό Χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου.

Θέμα˙ «Περί τοῦ Ἐράνου Ἀγάπης»

Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,

»  Ἔρανος Ἀγάπης «, πού πραγματοποιεῖται αὐτές τίς μέρες πρό τῶν ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων, μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά κάνουμε μερικές σκέψεις γιά τήν «πρώτη καί μεγαλύτερη ἐντολή» τοῦ Χριστοῦ˙ τήν ἀγάπη. Ὅλοι μιλοῦν γιά ἀγάπη, ἀλλά πολύ ἐλάχιστοι τή βιώνουν. Ὑπάρχει στήν ἐποχή μας ἔλλειμα αὐτῆς τῆς ἀρετῆς, πού ὁδηγεῖ σέ ἠθική, κοινωνική καί γιατί ὄχι, οἰκονομική κρίση. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θεωρεῖ τήν ἀγάπη «μείζονα» πασῶν τῶν ἀρετῶν καί τῶν ἐπιδιώξεων τῆς ζωῆς, χωρίς τήν ὁποία εἴμαστε ὅλοι μας ἕνα μηδενικό, ἕνα τίποτα, τό ὁποῖο ὁ παραμικρός ἀέρας τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς ἐξαφανίζει. Ἡ ἀγάπη δείχνει ξεχείλισμα ψυχῆς, δείχνει ἄντλημα ἀπό βαθύ ψυχικό πηγάδι, δείχνει ρυάκι ἀπό ἀστείρευτη πηγή, ἀπό δροσόλουστη βρύση, πού ξεκουράζει καί ξεδιψᾶ τούς ὀρειβάτες, τούς πεζοπόρους διαβάτες, τά διαβατάρικα πουλιά, τά ζῶα τοῦ δάσους καί τίς καταπράσινες κοιλάδες, στίς ὁποῖες δίνει ζωντάνια καί παραδεισένια ὀμορφιά. Ἡ ἀγάπη ἔχει συνήθως πολλούς ἀποδέκτες. Τόν ἑαυτό μας, τούς γύρω μας, καθώς καί τή χλωρίδα καί τήν πανίδα πού μᾶς περιβάλλει καί πού μᾶς τήν παρέδωσε ὁ Θεός, γιά νά τήν ἀπολαμβάνουμε, νά δουλεύουμε σ’ αὐτήν καί νά τή φυλάττουμε προτρέποντάς μας «ἐργάζεσθαι καί φυλάττειν» (Γεν. β΄,15).

Σήμερα διαπιστώνουμε ἔλλειμμα ἀγάπης πρός τόν ἑαυτό μας, πρός τό Θεό μας, πρός τούς πλησίον μας, πρός τό περιβάλλον μας. Τό ὅτι ὑπάρχει ἔλλειμμα ἀγάπης πρός τόν ἑαυτό μας, δέν μποροῦμε εὔκολα νά τό πιστέψουμε, ἀφοῦ «τήν ἑαυτοῦ σάρκα οὐδείς πώποτε ἐμίσησεν». Ἔχει ὅμως νόημα, ἄν λάβουμε ὑπ’ ὄψη ὅτι πρέπει νά διανύσουμε τή ζωή μας μέ σωφροσύνη, ὅπως μᾶς παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν  Παῦλος (Τιτ. β΄, 12), ἀφοῦ, ὅπως πάλι ὁ ἴδιος σημειώνει: «Πάντα μοι ἔξεστι, ἀλλ’ οὐ πάντα συμφέρει, πάντα μοι ἔξεστι, ἀλλ’ οὐ πάντα οἰκοδομεῖ» (Α΄ Κορ. ι΄ 23). Ἐμεῖς σήμερα, δέν ἀγαποῦμε τόν ἑαυτό μας, ἀφοῦ τόν μολύνουμε καθημερινά μέ ἰούς ἀπροσεξίας, ἁμαρτίας, λογισμῶν, θεαμάτων, πράξεων, μέ ἰούς θανατηφόρους πού εὔκολα εἰσέρχονται, ἀλλά πολύ δύσκολα ἀπομακρύνονται καί μάλιστα ἀπό ἀνθρώπους αὐτονομημένους, ἐγωϊστές, ἀνθρώπους πού δέν ζητοῦν, δέν καταφεύγουν στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον εἶναι ἡ δύναμη τῆς ζωῆς. Εἶναι ἡ βακτηρία στήν οὐρανοδρόμο πορεία μας, εἶναι τό τονωτικό φάρμακο γιά τήν ἐπιτυχῆ θεραπεία τοῦ μικρόψυχου ἐγωϊσμοῦ, τῆς φιλαυτίας καί τῆς μονώσεως ἀπό τό  κοινωνικό σύνολο. Ἡ κένωση τοῦ ἀνθρώπου στήν ἀγάπη τοῦ πλησίον, εἶναι ὁ μοχλός τῆς θεώσεώς του, τό θεμέλιο πού οἰκοδομεῖ τό μέγαρο τῆς σωτηρίας, ἀφοῦ «ἡ ἀγάπη οἰκοδομεῖ» (Α΄ Κορ. η΄ 1). Καί σέ αὐτήν ὑπάρχει τεράστιο ἔλλειμμα σήμερα, ἀφοῦ  ἡ ἀλληλοπεριχώρηση καί ἡ κατανόηση ἔχει ἀντικατασταθεῖ ἀπό τήν ἐπιβολή τοῦ ἐγώ καί τή θεοποίηση τῆς τοποθέτησης «ὁ θάνατος σου ἡ ζωή μου». Πόσο ἐθελοτυφλοῦμε, ὅταν θέλουμε νά λεγόμαστε Χριστιανοί χωρίς νά εἴμαστε γεμάτοι ἀπό ἀγάπη, ἀπό συμπάθεια, ἀπό ἀπόδοση τιμῆς στούς γύρω μας σύμφωνα μέ τό Παύλειο: «Τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι» (Ρωμ. ιβ΄ 10)!

Ἡ ἀγάπη μας πρός τό Θεό προϋποθέτει τήν ἀγάπη μας πρός τόν πλησίον. Δέν μπορούμε νά ἰσχυριζόμαστε ὅτι ἀγαπᾶμε τό Θεό, τόν ὁποῖο δέν βλέπουμε, χωρίς νά ἀγαπάμε τόν πλησίον, πού τόν βλέπουμε καί τόν συναναστρεφόμαστε. Τό ἔλλειμμα τῆς ἀγάπης μας πρός τό Θεό μας φαίνεται στήν καθημερινή μας ζωή, ὅπου δέν φοβούμεθα τό Θεό, δέν ὑπακοῦμε στίς ἐντολές του, δέν τόν ὑπολογίζουμε καί νομίζουμε ὅτι μόνοι μας μποροῦμε νά πετύχουμε τά πάντα. Οἰκτρή ἡ ἀπάτη καί θανατηφόρα, ἀφοῦ χωρίς τή θερμουργή τοῦ Χριστοῦ μας ἀγάπη εἶναι ἀδιανόητο νά ξετυλίξουμε μόνοι μας τό εἰλητάρι τῆς ζωῆς μας. Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης εἶναι ἄνθρωπος προσφορᾶς πρός τό συνάνθρωπο, καί σφραγίζει τή ζωή του μέ ἀγάπη, ἀφοῦ γεννήθηκε γιά νά προσφέρει ἀγάπη ἐπαναλαμβάνοντας τά λόγια τῆς Ἀντιγόνης στήν ὁμώνυμη Τραγωδία τοῦ Σοφοκλῆ «γεννήθηκα γιά ν’ ἀγαπῶ καί ὄχι νά μισῶ»

Τό ἔλλειμμα τῆς ἀγάπης μας δείχνει ἔλλειμμα πίστεως, ἔλλειμμα ἤθους καί φυσικά ὅταν λείπει τό ἤθος στον ἄνθρωπο, τότε ὄλα ἐπιτρέπονται. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἅγιος Αὐγουστίνος ἔλεγε: «Ἀγάπα καί κάνε ὅτι θέλεις», ἔχοντας ἐπίγνωση ὅτι «ἡ ἀγάπη τῷ πλησίον κακόν οὐ κατεργἀζεται» (Ρωμ. ιγ΄ 10). Τό ἔλλειμμα ἤθους ὁδηγεῖ σέ οἰκονομική κρίση, γιατί περιχαρακώνει τόν ἄνθρωπο στόν ἑαυτό του, τόν κάνει ἐγωϊστή καί ἀδιάφορο στίς ἀνάγκες καί τά προβλήματα τοῦ πλησίον. Τόν κάνει ἐσωστρεφῆ καί ἀτομικιστή, ἄνθρωπο πού δέν ἐνδιαφέρεται γιά τό κοινωνικό σύνολο καί, ὡς ἐκ τούτου, ἄνθρωπο πού δέν συνεισφέρει στό κοινό καλό, δέν βάζει ἕνα λιθαράκι στήν πρόοδο καί στήν οἰκονομία τῆς κοινωνίας του. Ἡ κρίση λοιπόν ἀγάπης ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα σέ γενική κρίση κοινωνίας καί φυσική γιά ὅλους μας ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ μας θά εἶναι «ἀνέλεος τῷ μή ποιήσαντι ἔλεος» (Ἰακ. β΄ 13).

Ἀγαπητοί μου,

Τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στόν τομέα τῆς ἀγάπης εἶναι σοβαρό. Δέν διαφημίζεται, γιατί δέν γίνεται γιά νά ἀκουστεῖ, ἀλλά γιά νά προσφέρει συμπαράσταση καί βοήθεια σέ χιλιάδες συνανθρώπους μας πού ἔχουν ἀνάγκη ἤ ἀπό ἕνα πιάτο φαγητό, ἤ ἀπό μιά ζεστή κουβέρτα, ἤ ἀπό ἕνα ἀναπηρικό καροτσάκι, ἤ ἀπό μία ὑποτροφία γιά νά συνεχίσουν τίς σπουδές τους, καί ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα πού δημιουργεῖ ἡ ἀνέχεια, ἡ ἀσθένεια, ἡ πλημμύρα, ἡ πυρκαγιά, ὁ σεισμός.

Αὐτή ἡ προσφορά εἶναι δική σας. Ἐπειδή ὅλοι ἀποτελοῦμε τήν Ἐκκλησία. Καί ὅλοι προσφέρουμε γιά τά ἔργα Της. Γι’ αὐτό καί πάλι φέτος, ὅταν ἡ Ἀγάπη, δηλαδή ὁ Χριστός κτυπήσει τήν πόρτα μας, ἄς Του ἀνοίξουμε τίς καρδιές μας. Ἄς προσφέρουμε μέ τήν βεβαιότητα ὅτι ἡ προσφορά μας θά πιάσει τόπο. Οἱ ἀνάγκες εἶναι πολλές καί ἰδιαίτερα στήν κρίσιμη αὐτή οἰκονομικά περίοδο πού προϊόντος τοῦ χρόνου οἱ ἀνάγκες θά εἶναι ὁλοένα καί περισσότερες. Ἀλλά καί ἡ ἀγάπη μας θά εἶναι μεγαλύτερη. Σ’ αὐτή στηριζόμαστε καί στηρίζουμε τίς προσπάθειές μας.

Ὁ Θεός μεθ’ ἡμῶν.

Μέ πατρικές εὐχές

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ὁ Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου Δ Α Μ Α Σ Κ Η Ν Ο Σ