Του Παναγιώτη Κουσίδη

Πρέπει να ομολογήσουμε ότι αφενός με τη συμφωνία της Συνόδου Κορυφής των Βρυξελλών της 26ης-27ης Οκτωβρίου και αφετέρου με τη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας υπό τον κ. Λουκά Παπαδήμο, τόσο οι Ευρωπαίοι εταίροι μας όσο και οι ΄Ελληνες, πήραμε μια βαθιά ανάσα και ανακούφιση, γιατί γλιτώσαμε (προσωρινά τουλάχιστον) από του χάρου τα δόντια. Τώρα πλέον, για να είμαστε αξιόπιστοι ως κράτος και ως πολίτες και για να εμφανίσουμε μια εικόνα εθνικής συναίνεσης και ομοψυχίας, είναι εθνικά επιβεβλημένο και πολιτικά υπεύθυνο να γίνει επίσημα στη Βουλή η υπερψήφιση των συμφωνιών με αυξημένη πλειοψηφία. Διότι μπροστά σε τόσο κρίσιμα θέματα της χώρας κανείς δεν δικαιούται να παραμείνει αμέτοχος και ανεύθυνος.

Δεν μπορούμε να αποκρύψουμε το γεγονός πως, αν δεν είχαμε υποστεί από τους δανειστές μας το ευεργετικό «κούρεμα» του τεράστιου χρέους μας κατά 50%, τότε δεν θα απαλλασσόμασταν από τα 100 δις ευρώ του χρέους μας που θα φορτωθεί στους τραπεζίτες δανειστές μας. Και πως αν δεν συνέβαινε αυτό, τότε το χρέος μας το 2020 δεν θα ήταν στο 120% του ΑΕΠ αλλά στο 175% και φυσικά μη βιώσιμο, μη διαχειρίσιμο και καταστροφικό με δραματικά επακόλουθα. ΄Ετσι λοιπόν διαψεύστηκαν όλοι οι μεγαλόσχημοι-διαπρεπείς οικονομολόγοι που ισχυρίζονταν ότι το «κούρεμα» θα αποφέρει μόνο 25 δις ευρώ και ότι τελικά θα καταρρεύσει το ελληνικό τραπεζικό και ασφαλιστικό σύστημα και θα επέλθει μοιραία η χρεοκοπία και η πτώχευση. Τώρα πλέον απαιτούνται μέτρα εφαρμογής των συμφωνηθέντων και όχι να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας και τους εταίρους, όπως συνηθίσαμε τα τελευταία 30 χρόνια.

΄Ολες οι πολιτικές ηγεσίες της χώρας έχουν υποχρέωση να μιλούν στο λαό με τη γλώσσα της αλήθειας και όχι με ψέματα, με υποκρισίες και λαϊκισμούς. Μια παλιά και κακιά συνήθεια των κομματικών ηγεσιών και ολόκληρου του πολιτικού κόσμου, που οδήγησαν τη χώρα σε τραγικά αδιέξοδα, πρέπει να παραμεριστεί, για να μη χαλάσει η εικόνα της συναίνεσης και της εθνικής ευθύνης. Ο ελληνικός λαός γνωρίζει ότι τα επώδυνα μέτρα είναι αναπόφευκτα και δεν επιθυμεί να αποφύγει το κόστος της υπερχρέωσης ούτε να μετακυλήσει ολόκληρο το βάρος σε ξένες πλάτες και σε άλλους λαούς. Γνωρίζει ότι η εξυγίανση και σταθεροποίηση της εθνικής οικονομίας απαιτεί θυσίες πρώτα από τους ΄Ελληνες. Αλλά θέλει αφενός να εκδηλώσει την αγανάκτησή του για το μπαράζ δίκαιων και κυρίως άδικων μέτρων και αφετέρου να στείλει το μήνυμα ότι αντιστέκεται με αξιοπρέπεια στον περιορισμό της εθνικής του κυριαρχίας.

Οι εθνικές εκλογές, παρόλο που δεν συμφέρουν στη χώρα τη συγκεκριμένη συγκυρία, ωστόσο αποτελούν πλέον μια συμφωνημένη υποχρέωση της μεταβατικής κυβέρνησης και επιπλέον αποτελούν μια κίνηση εκτόνωσης της λαϊκής οργής. Παρόλο που ελλοχεύει ο κίνδυνος της ακυβερνησίας και πολιτικής αστάθειας, αφού κανένα από τα κόμματα δεν πρόκειται ενδεχομένως να αποκτήσει αυτοδυναμία και κατά συνέπεια μπορεί να οδηγηθούμε σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις και τελικώς σε συγκυβέρνηση.

Πριν το Μάρτιο δεν προβλέπεται να γίνουν εθνικές εκλογές, διότι μέχρι τότε πρέπει να επικυρωθεί στη Βουλή η συμφωνία της Ευρωζώνης της 26ης/27ης Οκτωβρίου και αφετέρου να ψηφιστούν τα κρίσιμα νομοθετήματα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που εκκρεμούν. Μετά τον Μάρτιο, όμως, πρέπει να γίνουν βουλευτικές εκλογές για το συμφέρον της χώρας και πριν η αγανάκτηση και η δυσαρέσκεια των πολιτών μετατραπεί σε πραγματική ή τεχνητή και υποκινούμενη πολιτική και κοινωνική έκρηξη. Δικαιολογημένα, λοιπόν, πολλοί βουλευτές του ΠΑΣΟΚ προέτρεπαν και πίεζαν τον Γ. Παπανδρέου να αναλάβει πολιτικές πρωτοβουλίες, δηλαδή να προχωρήσει σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας και σε βουλευτικές εκλογές, ώστε να σταματήσει το μαρτύριο των ύβρεων, των χλευασμών και των προπηλακισμών και να γίνει ειρηνική εκτόνωση. Μόνο η ψυχραιμία και η υπομονή όλων των Ελλήνων θα συντελέσουν στο ξεπέρασμα της μακροχρόνιας κρίσης και μόνο ο οικτίρμων χρόνος θα επουλώσει της βαθιές πληγές της κρίσης που βιώνουμε δραματικά την κορύφωσή της!