ΑΝΤΣε ανακοίνωσή της η Ανταρσία στην ΑΜΘ για τις αλλαγές που προτείνονται για τις λαϊκές αγορές τονίζει:
Η νέα επίθεση στο εργατικό λαϊκό εισόδημα και στους μικρούς παραγωγούς – πωλητές δεν θα περάσει!
Η κυβέρνηση ΝΔ εν μέσω πανδημίας συνεχίζει ακάθεκτη την αντεργατική-αντιλαϊκή της πολιτική, αυτή τη φορά προωθώντας ένα νέο νομοσχέδιο που ετοιμάζεται να οδηγήσει στην συρρίκνωση και τη διάλυση των λαϊκών αγορών. Η πρόταση νόμου ακόμα και μετά τις τροποποιήσεις επί του αρχικού νομοσχεδίου, όχι μόνο δε “βάζει τάξη” στις λαϊκές αγορές, όπως παραπλανητικά διαδίδει η κυβέρνηση, αλλά ουσιαστικά ανατρέπει το χαρακτήρα του θεσμού των λαϊκών αγορών όπως τον ξέρει ο λαός μέχρι σήμερα, προς όφελος της επιχειρηματικής δράσης.
Μέσα από το σχέδιο νόμου η κυβέρνηση επιδιώκει το πλήρες πέρασμα των λαϊκών αγορών στα χέρια μεγαλοαγροτών, χονδρεμπόρων και μεγάλων εταιρειών και την ιδιωτικοποίησή τους, μέσα από τη δημιουργία ενός φορέα ΣΔΙΤ, ο οποίος θα είναι υπεύθυνος για την προκήρυξη θέσεων πωλητή, τον ορισμό της τιμής για κάθε θέση. Οι θέσεις αυτές εν τέλει θα δημοπρατούνται μακροπρόθεσμα, με τον φορέα να εισπράττει το ανάλογο τέλος για κάθε μία από αυτές. Δικαίωμα στην θέση επιδιώκεται να δοθεί για πρώτη φορά και σε εταιρείες που επιθυμούν να συμμετάσχουν σε μία λαϊκή αγορά και μάλιστα σε ποσοστό 5% επί των θέσεων. Ενώ δηλαδή δικαίωμα συμμετοχής στις λαϊκές αγορές αυτή την στιγμή έχουν οι συνεταιρισμοί και οι ομάδες παραγωγών, η κυβέρνηση ανοίγει τον δρόμο της συμμετοχής και σε οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρεία εμπορίας τροφίμων και ρούχων.
Η επίτευξη αυτού του στόχου από την μία θα οδηγήσει σε καταστροφή όλους τους μικρούς παραγωγούς-επαγγελματίες και από την άλλη σε κάθετη αύξηση του κόστους των προϊόντων για τους χιλιάδες λαϊκά νοικοκυριά. Οι χιλιάδες εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι που βασίζονται στις λαϊκές αγορές για τα ψώνια τους, θα δουν τις τιμές για βασικά είδη διατροφής και άλλα προσιτά προϊόντα να αυξάνονται κατακόρυφα, εξαιτίας του εντεινόμενου ανταγωνισμού και του αυξημένου κόστους απόκτησης δικαιώματος πώλησης στις λαϊκές αγορές.
Όλα τα παραπάνω έρχονται να προστεθούν στα ήδη υπάρχοντα προβλήματα των λαϊκών αγορών και των πωλητών που δραστηριοποιούνται σε αυτές, που προκύπτουν και λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Η στήριξη των μικρών παραγωγών και πωλητών εν μέσω πανδημίας από την κυβέρνηση και από την περιφέρεια είναι μηδαμινή. Οι πωλητές των λαϊκών αγορών αντί να βοηθηθούν απειλούνται με πρόστιμα και πλέον με το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης οδηγούνται να χάσουν οριστικά τη δουλειά τους ή να την εγκαταλείψουν. Ειδικά οι παραγωγοί κηπευτικών αδυνατούν να διαθέσουν ολόκληρη την παραγωγή τους ακόμα και σε χονδρεμπόρους εξαιτίας της κατάστασης.
Απέναντι σε ένα νομοσχέδιο που χτυπά συνολικά το εργατικό λαϊκό εισόδημα και την δυνατότητα προσιτής πρόσβασης σε βασικά, ποιοτικά αγαθά, η μόνη ρεαλιστική επιλογή για τους παραγωγούς-πωλητές και τα λαϊκά νοικοκυριά είναι η συνολική ρήξη με την κυβέρνηση και η οργάνωση του αγώνα από τα σωματεία και τις γενικές συνελεύσεις τους. Για να μην περάσει αυτό το νομοσχέδιο αλλά και συνολικά η πολιτική της κυβέρνησης-ΕΕ-Κεφαλαίου που τσακίζει τα δικαιώματα του λαού και των εργαζομένων σε υγεία-παιδεία-εργασία και ελευθερίες. Συμπαραστάτες σε αυτήν τη μάχη θα είναι ο λαός που εδώ και πολλές δεκαετίες στηρίζει τις λαϊκές αγορές και καταλαβαίνει πως η υλοποίηση των κυβερνητικών σχεδιασμών θα αποτελέσει μεγάλο πλήγμα.
Απαιτούμε:
Α) Να αποσυρθεί το κυβερνητικό νομοσχέδιο διάλυσης και ιδιωτικοποίησης των λαϊκών αγορών. Να μην παραδοθούν οι λαϊκές αγορές σε εταιρίες.
Β) Να δοθούν νέες άδειες και να εξευρεθούν χώροι για τη λειτουργία όσων παραγωγών επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στις λαϊκές αγορές.
Γ) Ουσιαστική ενίσχυση όλων των μικρών παραγωγών και πωλητών που έχει πληγεί και οδηγούνται στον αφανισμό εξαιτίας της πανδημίας.
Δ) Επέκταση ημερών λειτουργίας, δημιουργία νέων λαϊκών αγορών όπου υπάρχει η δυνατότητα.