Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το πολιτικό προσωπικό της χώρας, το σύνολο του πολιτικού συστήματος, κλήθηκε εδώ και δύο χρόνια να κάνει μία δουλειά την οποία δεν την ήξερε, με την οποία δεν ήταν εξοικειωμένο. Ήμασταν εθισμένοι να μοιράζουμε μπόνους, ευημερία, χαρά, να βελτιώνουμε το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και των ελληνικών νοικοκυριών και, ξαφνικά, βρεθήκαμε στη δυσάρεστη θέση να πρέπει να μοιράζουμε δυσαρέσκεια, να κάνουμε περικοπές, να μειώνουμε το βιοτικό επίπεδο.

Το σοκ ήταν μεγάλο και για το πολιτικό σύστημα και για όλη την ελληνική κοινωνία. Την ευθύνη αυτήν την περίοδο ανέλαβε η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με Πρωθυπουργό το Γιώργο Παπανδρέου. Υπήρξε ένας χρόνος αδράνειας. Χρειάστηκε ένας χρόνος προσαρμογής. Ακόμα και το σύνολο της Κυβέρνησης δεν συνειδητοποίησε στον ίδιο χρόνο τη νέα πραγματικότητα. Μπορούμε να θυμηθούμε διάφορα περιστατικά και μπορούμε να διαπιστώσουμε εκ των υστέρων ότι οι ταχύτητες και η αποφασιστικότητα μέσα στην Κυβέρνηση δεν ήταν τα ίδια σε όλους τους τομείς. Ακόμα περισσότερο χρόνο χρειάστηκε η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας από την Κοινοβουλευτική Ομάδα.

Όπως ήταν φυσικό, πολύ περισσότερο χρόνο χρειάστηκε για να αποδεχθεί η ελληνική κοινωνία αυτή τη νέα πραγματικότητα. Το σοκ ήταν μεγάλο για τα ελληνικά νοικοκυριά. Δεν ήταν δυνατόν να αποδεχθούν εύκολα ότι τα παιδιά τους θα ζήσουν χειρότερα απ’ ό,τι οι γονείς. Αυτό δεν έχει συμβεί ξανά από τον πόλεμο και μετά.

Πώς αντιμετώπισε το πολιτικό σύστημα αυτήν την πραγματικότητα; Τι έκανε η Αντιπολίτευση; Λειτούργησε με τη λογική του πολιτικού κόστους και του πολιτικού οφέλους. Έτσι, λοιπόν, υπήρξαν διάφορες εμπρηστικές δηλώσεις κατά καιρούς. Τα ελληνικά κόμματα πολλές φορές –και είναι μοναδικό φαινόμενο στις χώρες που αντιμετωπίζουν κρίσεις- βγήκαν πιο μπροστά από τα συνδικάτα, με αποτέλεσμα να δυσκολευτεί το έργο της Κυβέρνησης, να δυσκολευτεί η δουλειά που έπρεπε να κάνουμε στη χώρα μας.

Αυτό συνέβη την προηγούμενη περίοδο. Ήταν μία τιτάνια προσπάθεια που δεν στηρίχθηκε από το σύνολο του πολιτικού κόσμου. Αρνήθηκαν πεισματικά όλοι να βάλουν πλάτες σε μία προσπάθεια, για την οποία ήξεραν ότι λίγο ως πολύ δεν γινόταν διαφορετικά.

Απαιτείται ένα άλλο μείγμα πολιτικής, μας είπε η Αξιωματική Αντιπολίτευση. Εκείνο, βέβαια, που δεν είπε ποτέ είναι ότι αυτό το μείγμα της πολιτικής δεν καθορίζεται εξ ολοκλήρου από την ελληνική Κυβέρνηση. Δεν καθορίστηκε εξ ολοκλήρου και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Το μείγμα της πολιτικής εν πολλοίς, κατά πολύ μεγάλο μέρος, μας το επέβαλαν οι εταίροι και δανειστές μας.

Όσον αφορά μία άλλη διαπραγμάτευση, πραγματικά, αυτό ήταν το ζήτημα; Το πιστεύουν πολλοί σ’ αυτήν την Αίθουσα; Το πιστεύουν πολλοί Έλληνες πολίτες ότι μία άλλη διαπραγμάτευση η οποία θα είχε το στοιχείο της μεγαλύτερης ικανότητας, θα διαμόρφωνε συνθήκες για να εφαρμοστεί ένα άλλο μείγμα πολιτικής;

Τώρα πια, βλέποντας τα πράγματα με μία κάποια απόσταση, νομίζω ότι όλοι μπορούμε να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας και να ομολογήσουμε –διαλέγω το ρήμα που χρησιμοποιώ- ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας και το σύνολο του πολιτικού προσωπικού δεν ανταποκρίθηκε στις ανάγκες των καιρών. Αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα. Συνέβησαν διάφορα γεγονότα την τελευταία περίοδο, τα οποία αποκάλυψαν διάφορα πράγματα. Έτσι, λοιπόν, καταλήξαμε στη νέα Κυβέρνηση, στο νέο Πρωθυπουργό, ένα νέο Πρωθυπουργό τον οποίο θεωρούμε κατάλληλο η πλειοψηφία της Ελληνικής Βουλής.

Θεωρώ ότι και αυτοί που δεν τον στηρίζουν, εάν αφήσουν τα χαρακώματα και εάν σκεφτούν με όρους ρεαλισμού, μπορούν να αποδεχθούν ότι είναι ο καταλληλότερος άνθρωπος αυτήν την περίοδο για να οδηγήσει τη χώρα στους συγκεκριμένους στόχους, δηλαδή να πάρουμε τη δόση, να ψηφίσουμε τον Προϋπολογισμό, να ολοκληρώσουμε τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου και μετά να προχωρήσουμε στα περαιτέρω βήματα.

Δεν είμαι απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι πρέπει να υποστείλουμε τη σημαία των ιδεολογιών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί κανείς σήμερα να αγνοεί την αδήριτη πραγματικότητα, η οποία ξέρουμε πού θα μας οδηγήσει.

Για εμένα, κύριοι συνάδελφοι, το μεγάλο ζήτημα δεν είναι η ψήφος σ’ αυτήν την Κυβέρνηση, η ψήφος εμπιστοσύνης. Την ψήφο εμπιστοσύνης θα την πάρει. Δεν είναι μείζον ζήτημα, δεν είναι καν ζήτημα το εάν θα υπάρξουν και κάποιοι Βουλευτές από τα κόμματα που στηρίζουν αυτήν την Κυβέρνηση που δεν θα δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης. Το μεγάλο ζήτημα το οποίο υπάρχει είναι να διαμορφώσουμε πλέον ένα νέο πολιτικό λόγο, ο οποίος να εδράζεται στην πραγματικότητα και να σκεφτούμε με σύνεση και προσοχή.

Με πιάνει ειλικρινά δέος, παρακολουθώντας τις εξελίξεις στην Ευρώπη σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, στη ζώνη του Ευρώ, για το τι μπορεί να συμβεί την αμέσως επόμενη περίοδο. Θεωρώ ότι το χρέος το οποίο έχουμε είναι ο ψύχραιμος λόγος, ο συνετός λόγος, αφού συνειδητοποιήσουμε, όσοι βρεθήκαμε κύριοι Υπουργοί σ’ αυτήν την παράταξη, ότι οι εκδοχές που υπάρχουν για εμάς είναι οι εξής δύο: Ή να βουλιάξουμε τη χώρα και να πάμε σπίτι μας, υφιστάμενοι και την κοινωνική χλεύη ή να σώσουμε τη χώρα και να πάμε σπίτι μας, γιατί το κάναμε με πολύ σκληρό τρόπο.

Σας ευχαριστώ.