Συνέντευξη: Σόφη Θεοδωρίδου
Η συγγραφέας Σόφη Θεοδωρίδου, απαντάει στις ερωτήσεις του thraki Νεα, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου της βιβλίου «Πορφυρό Ποτάμι». Το βιβλίο μας μεταφέρει στην Καππαδοκία και στα δεινά που πέρασαν οι Έλληνες της περιοχής.
Η Σόφη Θεοδωρίδου την Τετάρτη 7 Ιουνίου παρουσιάζει το νέο της βιβλίο στο AWAY The New Era στην Κομοτηνή, στις 20:00
Ένα ποτάμι μπορεί να είναι πορφυρό, μπορεί να μετατρέπεται σε χείμαρρο, μπορεί και να ξεραθεί. Μπορεί να δοκιμάσει τις αντοχές των ανθρώπων. Ένα ποτάμι, είναι σαν τη ζωή;
Ένα ποτάμι μπορεί να είναι όντως σαν τη ζωή. Μπορεί να κυλά ήσυχα, ευεργετώντας με χίλιους δυο τρόπους τους ανθρώπους που κατοικούν σιμά του, να γίνεται χείμαρρος και να πνίγει ψυχές και καλλιέργειες, να σπέρνει την καταστροφή δοκιμάζοντας τις αντοχές μας κι ύστερα να μετατρέπεται και πάλι σ’ ένα ποτάμι ήρεμο, προσφέροντάς μας το είδος εκείνο της αθόρυβης γαλήνης που χρειαζόμαστε εμείς οι άνθρωποι, όταν αγωνιζόμαστε να επαναφέρουμε τη ζωή μας σε τάξη. Μπορεί όμως να είναι κι ένας συμβολισμός που κουβαλάει όλα τα παραπάνω.
Οι Έλληνες έχουμε υποφέρει από τις ανατροπές της ιστορίας, τα παιχνίδια της ζωής, τις χαμένες πατρίδες. Οι τραγικές ιστορίες όμως γίνονται πηγή έμπνευσης. Η πίκρα όμως πάντα μένει. Τι μας θυμίζουν οι χαμένες πατρίδες;
Μας θυμίζουν ένα κομμάτι ολοζώντανο του ελληνισμού, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ιστορίας μας που χάθηκε για πάντα από τα μέρη εκείνα μετά από χιλιάδες χρόνια ύπαρξης, μα που δε θα σβήσει ποτέ από τις μνήμες μας. Ένα κομμάτι το οποίο μεγαλούργησε στον τόπο που έζησε και το οποίο ξεριζώθηκε βίαια μετά την Καταστροφή, στον Πόντο ακόμη νωρίτερα. Για όσους είμαστε απόγονοι εκείνων των ανθρώπων η γνώση ότι έχουν χαθεί για πάντα οι προαιώνιες πατρογονικές εστίες είναι και θα είναι πάντοτε πηγή πόνου, αλλά και για κάθε Έλληνα εν γένει, πιστεύω, επειδή ακριβώς δε γίνεται να αγνοηθούν ο πόνος και η φρίκη που συνόδεψαν τα γεγονότα εκείνα. Το να μη λησμονούμε, λοιπόν, ότι κάποτε υπήρξαν, το να σκύβουμε ευλαβικά στα βάσανά τους και να αναθυμόμαστε τις όμορφες ή και τις σκληρές στιγμές που έζησαν είναι ένα είδος καντήλας που κρατάμε αναμμένη όλοι μας ως ελάχιστο φόρο τιμής. Εξάλλου, ο αληθινός θάνατος επέρχεται κατά την άποψή μου μονάχα μέσα από την απόλυτη λησμονιά και άρα, μην επιτρέποντας στις μνήμες να παρασυρθούν από τη σκόνη του χρόνου, εξακολουθούμε να κρατάμε ολοζώντανο το κομμάτι εκείνο του Ελληνισμού.
Ποιο σημείο του βιβλίου σας, θεωρείτε ότι θα μείνει χαραγμένο στη μνήμη των αναγνωστών;
Προσωπικά, θεωρώ ότι η σκηνή μέσα στο βαπόρι, στο λιμάνι της Μερσίνας, είναι η συγκλονιστικότερη στο «Πορφυρό ποτάμι». Και είναι μια σκηνή που βασίζεται στην ίδια τη ζωή. Δυστυχώς, αδυνατώ να σας πω περισσότερα, καθώς δε θα ήθελα επ’ ουδενί να στερήσω από τους αναγνώστες μου τη γοητεία του αναπάντεχου.
«Μόλις το τελείωσα δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερο!», «Ρεαλιστικό και διδακτικό με πλούσια πλοκή πολύ ωραίο!». Δύο μόνο από τα σχόλια αναγνωστών σας, στη σελίδα των εκδόσεων «Ψυχογιός». Πώς αισθάνεστε όταν διαβάζετε αντίστοιχες εντυπώσεις – κριτικές;
Θα ήταν ψέματα αν σας έλεγα ότι δε με συγκινούν. Με συγκινούν και με στηρίζουν αφάνταστα οι γνώμες των αναγνωστών μου κι είναι αυτές που μου δίνουν τη δύναμη να συνεχίζω. Γιατί, κακά τα ψέματα, κανείς δεν επιθυμεί να μη βρίσκει ανταπόκριση στο έργο του.
Επιμένετε να μένετε στην επαρχία. Μετά τις σπουδές σας στη Θεσσαλονίκη επιστρέψατε στην Αλμωπία Πέλλας, όπου είχατε μεγαλώσει. Νοιώθετε δικαιωμένη από την επιλογή σας;
Μα φυσικά. Εξάλλου, όπως προαναφέρατε, ήταν επιλογή μου. Ένιωθα από την εφηβεία μου πως είμαι παιδί της φύσης και της ήρεμης ζωής, αίσθηση που επιβεβαίωσαν τα χρόνια των σπουδών μου. Εννοείται ότι κατά καιρούς λαχταρώ την ένταση αλλά και όσα άλλα (θεάματα κτλ) έχει να σου προσφέρει μια μεγαλούπολη σαν τη Θεσσαλονίκη, στην οποία καταφεύγω κατά καιρούς και την οποία θεωρώ δεύτερη ιδιαίτερη πατρίδα μου.
Βοηθάει η ηρεμία της επαρχίας ένα συγγραφέα;
Βοηθάει πάρα πολύ-τουλάχιστον εμένα με βοηθά. Το γεγονός ότι απολαμβάνω μια εικόνα ειδυλλιακή και καταπράσινη σηκώνοντας το βλέμμα απ’ τον υπολογιστή για ένα ολιγόλεπτο διάλειμμα κι ότι τ’ αυτιά μου «βομβαρδίζονται» από τα κελαηδήματα και τα μελίσματα των πουλιών με γεμίζουν αγαλλίαση. Αλλά κι οι ήρεμοι ρυθμοί στις δραστηριότητες που έχει ένας άνθρωπος στην καθημερινότητά του, η αίσθηση ότι δε «σπαταλιέται» η ζωή μου σε «ενδιάμεσους» χρόνους, όπως γίνεται, δυστυχώς, στις μεγαλουπόλεις μας, τη θεωρώ πολύ καθησυχαστική.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Μάρτης του 1902. Σ’ έναν παραποτάμιο οικισμό της Καππαδοκίας, την ώρα που ο καϊκτσής Δημητρός βλέπει τα νερά του ποταμού να βάφονται κόκκινα, γεννιέται η κόρη του, η ασθενική Νιόβη.
Οι συντοπίτες της θα τη χαρακτηρίσουν ισκιερή και θα της χαρίσουν ελευθερίες ανάρμοστες για ένα θηλυκό, πιστεύοντας ότι για λίγο μόνο είναι γραφτό να ζήσει ανάμεσά τους. Μα το κορίτσι τούς διαψεύδει.
Ο καιρός κυλά, έρχονται οι Βαλκανικοί κι ο Μεγάλος Πόλεμος, και οι αρμονικές σχέσεις Ρωμιών και Τούρκων δοκιμάζονται. Η μεγάλη φτώχεια κατατρύχει τον οικισμό και περισσότερο την οικογένεια της Νιόβης. Ώσπου μια μέρα, κι ενώ η Αυτοκρατορία βογκά σαν τον δράκο κάτω απ’ το δόρυ του Αϊ-Γιώργη από την ελληνική κυριαρχία στη Σμύρνη, ένας επιφανής Τούρκος μαγεύεται απ’ τα μαβιά της μάτια και φλέγεται να την αποκτήσει.
Εκείνη έχει δώσει από μικρή την αγάπη της στον ατίθασο Φιλίπ, που ανοίγει την πόρτα σέρτικα, σαν κατακτητής. Μα ο νέος έχει από χρόνια χαθεί κυνηγώντας τα δικά του όνειρα στην Πόλη, στην Οδησσό και σε πεδία μαχών, κι αυτή έχει μόνο ένα μενταγιόν να τη δένει μυστικά μαζί του.
Κι ύστερα έρχεται η Καταστροφή κι η Ανταλλαγή…
Ένα καράβι σαλπάρει χωρίζοντας στα δύο την ψυχή της. Το ένα κομμάτι πίσω, στην παλιά πατρίδα· το άλλο στη νέα, την αρχέγονη, όπου η ζωή καραδοκεί να δοκιμάσει διπλά τις αντοχές της, συνάμα όμως και του Φιλίπ.
Η ζωή των τελευταίων Ελλήνων σε μια μικρή γωνιά της Καππαδοκίας και παράλληλα η ιστορία μιας ακατάλυτης μα αδιέξοδης αγάπης στη σκιά της Μικρασιατικής Καταστροφής και της Ανταλλαγής των πληθυσμών.
Η συγγραφέας
Η Σόφη Θεοδωρίδου κατάγεται από την Αλμωπία, μια μικρή επαρχία του Νομού Πέλλας. Σπούδασε νηπιαγωγός στη Θεσσαλονίκη κι εγκαταστάθηκε κατόπιν στην περιοχή καταγωγής της, όπου διαμένει μέχρι σήμερα με την οικογένειά της. Λατρεύει τη ζωγραφική και τη λογοτεχνία, και πιστεύει πως η αγάπη της για την τελευταία την οδήγησε τελικά στη συγγραφή. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά της Η ΝΥΦΗ ΦΟΡΟΥΣΕ ΜΑΥΡΑ, ΠΕΣ ΜΟΥ ΑΝ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ, Τ’ ΑΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΞΥΠΟΛΥΤΩΝ ΠΟΔΙΩΝ, Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΗΣ ΟΜΟΡΦΙΑΣ, ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΑΠ’ ΤΗ ΣΑΜΨΟΥΝΤΑ, ΣΤΕΦΑΝΙ ΑΠΟ ΑΣΠΑΛΑΘΟ, ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΧΑΜΕΝΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ και ΠΟΡΦΥΡΟ ΠΟΤΑΜΙ.