Ο δήμος Αλεξανδρούπολης τίμησε τη Νίκη Άστον
Με το μετάλλιο Α΄ Τιμής τίμησε o δήμος Αλεξανδρούπολης, κατόπιν ομόφωνης απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του, την Εβρίτικης καταγωγής βουλευτή της Καναδικής Βουλής, Νίκη Άστον, ως ελάχιστο δείγμα αναγνώρισης της αφιλοκερδούς και πολύτιμης προσφοράς της στον πολυετή αγώνα των Δημοτικών Συμβουλίων, των τοπικών φορέων και των πολιτών κατά της εξόρυξης χρυσού στην περιοχή του Περάματος Έβρου.
Η τελετή απονομής του μεταλλίου πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Τετάρτης 21 Αυγούστου 2013 σε κατάμεστη αίθουσα ξενοδοχείου της Αλεξανδρούπολης, παρουσία τοπικών αρχών και εκπροσώπων φορέων.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης προβλήθηκε βίντεο αναφορικά με τη δράση και τις ενέργειες της Ελληνοκαναδής βουλευτή κατά των χρυσωρυχείων και αναγνώσθηκε το ψήφισμα του Δημοτικού Συμβουλίου.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο σχετικό ψήφισμα, η κ. Άστον υποστήριξε ένθερμα από το αξίωμά της τα συμφέροντα των κατοίκων του Δήμου Αλεξανδρούπολης και της περιοχής, καθώς με δική της υπόδειξη ο «αγώνας κατά των χρυσοθήρων μεταφέρθηκε στον Καναδά» με την ίδια να αναδεικνύεται «ως πυρήνας και ψυχή του αγώνα εκεί».
Πιο συγκεκριμένα: «με την καθοριστική συμβολή της, ως βουλευτής της χώρας συντόνισε στον Καναδά σειρά ενεργειών και επαφών, δια του προσώπου του Δημάρχου Αλεξανδρούπολης, Ευάγγελου Λαμπάκη, που αφορούσαν σε ομιλίες και ανοικτές συζητήσεις σε Πανεπιστήμια και Ελληνικές Κοινότητες της Οτάβα, του Τορόντο και του Μόντρεαλ, σε συναντήσεις με βουλευτές του Καναδικού Κοινοβουλίου από 3 κόμματα του Καναδά, με ασφαλιστικούς φορείς και την κρατική εταιρεία στον Καναδά που χρηματοδοτούν και δανειοδοτούν την Καναδική εταιρεία χρυσοθήρων, με αξιωματούχους του Υπουργείου Εξωτερικών ως και με το Δ.Σ. του ανώτατου Εργατικού Συνδικάτου του Καναδά. Με την υποβολή ερώτησης της στο Καναδικό Κοινοβούλιο για την καταστρεπτική, δήθεν επένδυση της Καναδικής εταιρείας στην Αλεξανδρούπολη, αλλά και την ανάπτυξη και γνωστοποίηση του όλου θέματος στον Καναδά, κατάφερε να εγείρει σημαντικά, το ακτιβιστικό ενδιαφέρον, τόσο της κοινής γνώμης, όσο και των Καναδικών αρχών».