Οι δυσάρεστες ειδήσεις διαδίδονται πιο γρήγορα.

Την Κυριακή το μεσημέρι κτύπησε το τηλέφωνό μου, αλλά δεν το πρόλαβα. Ξανακτύπησε και ένας φίλος από την Αλεξανδρούπολη μου είπε, «αυτοκτόνησε ο . . . «.

Ο αυτόχειρας, δεν ήταν φίλος μου, ούτε καν γνωστός μου, με την έννοια της καλημέρας.

Μία φορά τον είχα δει όλη κι όλη, το καλοκαίρι του 2010. Τον είχα συναντήσει στη λεωφόρο Δημοκρατίας. Ρωτούσα τους πολίτες για το αν θα κάνουν διακοπές.

Τον ίδιο δεν τον ρώτησα. Δεν ήθελε.

Κοντοστάθηκε όμως και μιλήσαμε. Με ρώτησε τι απαντάει ο κόσμος. Η κρίση είχε αρχίσει να φαίνεται στην Ελλάδα. «Θύμα» της κρίσης κι εγώ ξεσπιτωμένος.

Προσωπικά δε με γνώριζε, όμως με ήξερε από την τηλεόραση και κατάλαβε ότι ούτε εγώ θα πάω διακοπές. . . λόγω μη καταβολής μισθοδοσίας.

Ένα δύο λεπτά μιλήσαμε. Αγωνιούσε για το αν θα πάει ο κόσμος διακοπές. Γιατί αν ο κόσμος πήγαινε διακοπές, θα ψώνιζε κι από το κατάστημά του. . .

Πολλές φορές, σκεφτόμουν εκείνη τη σύντομη γνωριμία.
Μου έχει μείνει η φράση του «περιμένω να δω το βράδυ τι θα απαντήσει ο κόσμος».
Ήταν από τις στιγμές του ρεπορτάζ που μένουν στη μνήμη, αν και ο πρωταγωνιστής δε μίλησε στην κάμερα.

Την Κυριακή, ο ίδιος δεν είδε τηλεόραση. Δεν άκουσε τι απάντησε ο κόσμος.

Ίσως να μη μάθει ποτέ.

Γιάννης Τομαδάκης