Ένας άνδρας λέει από μέσα του:
«Θεέ μου σε παρακαλώ, άσε με να σου κάνω μια ευχή!»
Τότε μονομιάς, οι ουρανοί σκοτεινιάζουν, σύννεφα απλώνονται από πάνω του και η φωνή του Θεού από το υπερπέραν ακούγεται να λέει:
«Επειδή ανέκαθεν προσπαθούσες και ήσουν πιστός σε εμένα με κάθε τρόπο, θα σου δώσω την ευκαιρία να κάνεις την ευχή σου».
Κι ο τύπος λεει:
Θέλω να φτιάξεις μια γέφυρα μέχρι την Λήμνο, έτσι ώστε να πηγαίνω με το αμάξι μου όποια ώρα θελήσω.
Ο Κύριος του απαντάει:
«Το αίτημα σου είναι καθαρά τεχνικής φύσεως και δαπανηρό. Φαντάσου τις δαπάνες ενός τέτοιου εγχειρήματος. Τα χιλιάδες στηρίγματα που θα χρειάζονταν και θα έφταναν τα βάθη του Αιγαίου! Το τσιμέντο και το σίδερο που θα χρειαζόταν! Μπορώ να το κάνω, αλλά μου είναι δύσκολο να εκπληρώσω την επιθυμία σου για ένα ζήτημα τόσο διαφορετικό.
Μπορείς να σκεφτείς κάτι άλλο; Μία ευχή που θα με τιμούσε και θα με δόξαζε.
Ο άντρας σκεφτόταν για πολύ, πολύ ώρα.
Τελικά λέει:
«Θεέ μου, εύχομαι να μπορούσα να καταλάβω τις γυναίκες».
Θέλω να ξέρω πώς νοιώθουν μέσα τους, τι έχουν στο μυαλό τους όταν δεν μιλούν, γιατί κλαίνε, τι σκέφτονται όταν λένε έχω πονοκέφαλο και πώς μπορώ να κάνω μια γυναίκα αληθινά ευτυχισμένη».
Μετά λίγα λεπτά ο Θεός του λέει:
«Θέλεις δύο λωρίδες ή τέσσερις σ εκείνη τη γέφυρα;»