Η ιδιαίτερη γεωγραφική θέση και η μορφολογία του εδάφους της περιοχής μας, δημιουργούν ιδανικές συνθήκες για τη θέσπιση Ειδικής Οικονομικής Ζώνης επακριβώς προσδιορισμένης στην οποία θα δραστηριοποιούνται επιχειρήσεις που ασχολούνται με τη μεταποίηση, την εμπορία και την παροχή υπηρεσιών. Η κλιμακούμενη υπανάπτυξη της περιοχής μας τα τελευταία χρόνια, επιτείνει περισσότερο την ανάγκη υλοποίησης  του, οικονομικής στρατηγικής αυτού σχεδίου.  Η πιο ακριτική περιοχή της Χώρας μαστίζεται από τεράστια οικονομικά προβλήματα βυθίζοντας την τοπική κοινωνία και τον ντόπιο επιχειρηματικό κόσμο στο μαρασμό και την ανέχεια. Την γενικότερη κατάσταση επιδεινώνει και ο ανταγωνισμός των φθηνότερων γειτονικών αγορών (Τουρκίας, Βουλγαρίας).

Η περιοχή του Βορείου Έβρου αποτελεί θύλακα μεγάλης υπανάπτυξης και υψηλής ανεργίας (στις πέντε πρώτες θέσεις σύμφωνα με τις νεότερες στατιστικές μελέτες επί του θέματος) με ιδιαίτερα χαμηλό κατά κεφαλή εισόδημα σαφώς μικρότερου του εθνικού μέσου όρου με σημαντική υστέρηση σε διοικητικές, οικονομικές, κοινωνικές και τεχνικές υποδομές και υπερδομές. Η περιοχή διαθέτει μεγάλες συνεχόμενες εκτάσεις με χαμηλό κόστος και καθίσταται εφικτή η εύρεση εργατικού δυναμικού και στελεχών. Περιβαλλοντολογικά έχει καλό κλίμα και καθαρό μη μολυσμένο περιβάλλον, ώστε η διαμονή των εργατών να είναι ευχάριστη. Πληροί στο έπακρο επομένως η περιοχή μας τα βασικά κριτήρια επιλογής χωροθέτησης μιας ΕΟΖ.

Σε μια ΕΟΖ δίνονται κίνητρα εγκατάστασης και προσέλκυσης επενδύσεων και νέων κεφαλαίων. Οι εντός της ΕΟΖ εγκαθιστάμενοι τυγχάνουν ειδικών επενδυτικών, φορολογικών, λειτουργικών, αδειοδοτικών και διαγωνιστικών κινήτρων. Αναλυτικότερα, στον επενδυτικό τομέα επιχορηγούνται όλες οι πάγιες επενδύσεις με ποσοστά έως και 70 %, ώστε να αποκτάται αρχικό κοστολογικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Στο φορολογικό τομέα, συνήθως τα φορολογικά κίνητρα αφορούν μειώσεις φόρων ώστε να αποκτάται διαρκές κοστολογικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Οι μειώσεις είναι σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι φορολογικοί συντελεστές να είναι πολύ ανταγωνιστικοί και εντός της Χώρας και διασυνοριακά. Στο λειτουργικό τομέα, επιδοτούνται το εργασιακό κόστος, το μεταφορικό κόστος, το ενεργειακό κόστος, το κόστος εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού και οι παρεπόμενες δαπάνες. Στον τομέα των αδειοδοτήσεων των νέων επιχειρήσεων ακολουθούνται επιταχυνόμενες διαδικασίες, τύπου fast track, με σκοπό να μην υπάρχουν γραφειοκρατικές καθυστερήσεις. Συνακόλουθα, είναι πασιφανές πως η χορήγηση αυτών των κινήτρων και των προνομίων εντός του θεσμικού πλαισίου της ΕΟΖ,  είναι κάτι παραπάνω από επιτακτικές. Είναι ζωτικής σημασίας για την περιοχή του Βορείου Έβρου.

Άμεσος χρηματοδότης θα πρέπει να είναι το Κράτος στα πλαίσια των στρατηγικών  περιφερειακών του πολιτικών με εθνικούς και κοινοτικούς πόρους, με τη συνεχή έγκριση της Ε.Ε., με απώτερο σκοπό να στηρίξει τεκμηριωμένα την υπαναπτυσσόμενη περιοχή μας με δυνατά διατοπικά συγκριτικά και ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα προσελκύοντας επενδύσεις εξαγωγικού προσανατολισμού και υψηλής τεχνολογίας και κατά δεύτερον δημιουργώντας νέες και εξειδικευμένες θέσεις εργασίας που θα δώσουν οικονομική ανάσα στους άνεργους συμπολίτες μας. Επίσης δύναται να εξεταστεί και το ενδεχόμενο σύμπραξης δημόσιων και ιδιωτικών φορέων για την χρηματοδότηση αυτής της οικονομικής προοπτικής, επιτυγχάνοντας κατ΄ αυτόν τον τρόπο ταχύτητα, ευελιξία και μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα. Ίσως να αποτελεί και την προσφορότερη πηγή χρηματοδότησης τη σημερινή εποχή ελλείψει κρατικών πόρων.

Μια συνιστώμενη θέση χωροθέτησης ΕΟΖ στην περιοχή μας, είναι στην περιοχή Ορμενίου-Τριγώνου, στην οποία θα εγκατασταθεί ελεύθερη ειδική βιομηχανική οικονομική ζώνη και δευτερευόντως μικτή εμπορική-βιομηχανική ζώνη. Η συγκεκριμένη περιοχή είναι η καταλληλότερη, καθόσον δύναται να αποτελέσει ευρύτερο διασυνοριακό οικονομικό κέντρο. Η στρατηγική αυτή σημερινή πολιτική θα πρέπει να βαδίσει στα «χνάρια» του φιλόδοξου σχεδίου της δημιουργίας  ελεύθερης βιομηχανικής ζώνης οικονομικών συναλλαγών στην ίδια περιοχή, το οποίο ανέκυψε για πρώτη φορά από τις αρχές της δεκαετίας του 90΄, αλλά δεν τελεσφόρησε ποτέ λόγω απίστευτων γραφειοκρατικών αγκυλώσεων και παλινωδιών των εκάστοτε κυβερνήσεων. Η οριοθέτηση της ΕΟΖ στην περιοχή μας σήμερα οφείλει να χει προσανατολισμό στα νέα γεωπολιτικά και οικονομικά δεδομένα, με στόχο να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματα της περιοχής. Στην ΕΟΖ θα πρέπει να αναπτυχθούν μεταποιητικές επιχειρήσεις, αποθηκευτικοί και ψυκτικοί χώροι συντήρησης, εμπορική δραστηριότητα με διαφοροποίηση σε αρκετούς τομείς και ενίσχυση  της τοπικής αγοράς και η παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών.

Βέβαια κρύβονται και «σκόπελοι» κάτω από την υλοποίηση αυτής της οικονομικής προοπτικής. Ένας απ΄ αυτούς, είναι το εργασιακό καθεστώς που θα ισχύει εντός των ορίων μιας τέτοιας ΕΟΖ. Δηλαδή πρέπει να δοθούν διευκρινίσεις και πειστικές απαντήσεις σχετικά με ποιο νομοθετικό πλαίσιο θα διέπει τις εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων σ΄ αυτήν και τον επακριβή προσδιορισμό των συνθηκών εργασίας (ωράριο, άδειες, αμοιβές κτλ.). Αναμφίβολα πρέπει να τεθεί ως όρος διαπραγμάτευσης, η ισχύς του εθνικού εργατικού νομοθετικού πλαισίου και των αντίστοιχων κλαδικών ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων εργασίας σε πλήρη αντιστοιχία με το Σύνταγμα της Χώρας μας. Σε αντίθετη περίπτωση θα οδηγηθούμε σε συνθήκες εργασιακού «μεσαίωνα» με ό, τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για το σύνολο της τοπικής κοινωνίας. Το εργατικό δυναμικό στην πλειοψηφία του θα πρέπει να απαρτίζεται από το γηγενή πληθυσμό και κατά πολύ λιγότερο από αλλοδαπούς, πολίτες τρίτων χωρών. Πρώτιστη ανάγκη είναι η απασχόληση των ανέργων πολιτών του τόπου μας. Η μισθοδοσία των εργαζομένων πρέπει να είναι ανάλογη αυτής που απαντάται και στις υπόλοιπες επιχειρηματικές δραστηριότητες και επαγγελματικούς κλάδους ανά την Επικράτεια, εκτός των ορίων της ΕΟΖ(μέσω των φορολογικών προνομίων που θα παρέχονται θα προκύπτουν αποθεματικά στις επιχειρήσεις, από τα οποία θα ικανοποιούνται συμμέτρως οι εργαζόμενοι). Εάν οι μισθοί των εργατών στην ΕΟΖ δεν κυμαίνονται στα κατώτατα όρια της οικονομικής εξαθλίωσης , τότε είναι επόμενο η αγοραστική δύναμη τους να είναι σε ικανοποιητικά επίπεδα με αποτέλεσμα να ρέει χρήμα και στην υπόλοιπη τοπική αγορά, να πληρώνουν τους φόρους τους χωρίς δυσκολίες, να εισπράττει το Κράτος τα απαραίτητα έσοδα και  να αναπτύσσεται η τοπική οικονομία υγιώς.

Η δημιουργία μιας ΕΟΖ με τους ανωτέρω αναφερόμενους όρους, συμβάλλει τα μέγιστα στην εν γένει οικονομική ανάπτυξη της περιοχής που εγκαθίστανται , εφόσον οι άξονες δημιουργίας της είναι συμβατοί με την κείμενη εθνική νομοθεσία και άμεσα προσηλωμένοι στο στόχο που μια τέτοια πολυεπίπεδη επιχειρηματική υποδομή, επιδιώκει. Οι οιασδήποτε φύσης ανακύπτουσες δυσκολίες που δύνανται να αποτελέσουν τροχοπέδη στην υλοποίηση του σχεδίου αυτού, θα πρέπει να καμφθούν με τον προσήκοντα γόνιμο πολιτικό διάλογο με τους κοινοτικούς εταίρους και την δέουσα πολιτική ωριμότητα των πολιτικών προσώπων που θα το διαχειριστούν για να το φέρουν εις πέρας.

Μια διασυνοριακού επιπέδου, Ειδική Οικονομική Ζώνη στο Βόρειο Έβρο, θα αποτελέσει μια σύγχρονη βιομηχανική υποδομή σε καθεστώς ελεύθερης οικονομικής ζώνης και θα αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματα της περιοχής, λειτουργώντας παράλληλα και ως ένας σημαντικός μηχανισμός αντιμετώπισης των γνωστών αρνητικών φαινομένων της περιοχής (απομόνωση, ερήμωση, μείωση πληθυσμού, καλπάζουσα ανεργία των νέων ανθρώπων). Η ακριτική μας περιοχή χρειάζεται ανάπτυξη και όλες οι συζητήσεις σε πολιτικό , κοινωνικό και οικονομικό  επίπεδο θα πρέπει να περιφέρονται συνεχώς γύρω απ΄ αυτήν και την εύρεση των προϋποθέσεων της.

Παντελής Δραχτίδης

ασκούμενος δικηγόρος