Ομιλία Γιώργου Ντόλιου κατά την συζήτηση του προϋπολογισμού του 2012
Κύριοι Συνάδελφοι,
να ξεκινήσω από την επισήμανση που έκανε ο συνάδελφος ο κ. Τζαβάρας, ότι δεν υπάρχει ένταση σ΄αυτην την συζήτηση. Θεωρώ πολύ θετικό γεγονός το ότι δεν υπάρχει ένταση. Να γίνει επιτέλους και κάποια συζήτηση, θα έλεγα, πιο περιεκτική.
Συζητάμε σήμερα έναν προϋπολογισμό, ο οποίος μας περνάει από μια εποχή σε μια άλλη εποχή, ελπίζω σε μια άλλη πολιτική λειτουργία και άλλες πολιτικές προσεγγίσεις. Είναι ένας προϋπολογισμός που θα τον θυμόμαστε. Εγώ τουλάχιστον θα τον θυμάμαι, γιατί έχει αυτήν την ιδιότητα της μεγάλης μετάβασης.
Εκτός από τα οικονομικά και τεχνοκρατικά χαρακτηριστικά, έχει συγκεκριμένα πολιτικά χαρακτηριστικά, που δεν είχαν άλλοι προϋπολογισμοί.
Γίνεται αποδεκτός ή υποστηρίζεται από την συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής Βουλής, από τρία κόμματα, και είμαι βέβαιος , ότι όσο και αν αλλάξουν οι συσχετισμοί, εάν αλλάξουν, αυτά τα κόμματα θα διατηρήσου την συντριπτική πλειοψηφία και στην επόμενη Βουλή.
Αποτελεί προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της συμφωνίας της 27ης Οκτωβρίου. Εδώ θα πρέπει να σκεφτούμε όλοι, το ποια ήταν η θέση μας, η θέση των κομμάτων, την επομένη της 27ης Οκτωβρίου, για το περιεχόμενο της συμφωνίας.
Είναι ένας προϋπολογισμός, που τον αποδέχονται τόσο όσον αφορά τους στόχους του, αλλά εν πολλοίς όσον αφορά και τα μέσα που χρησιμοποιεί για την επίτευξη των στόχων, οι εταίροι και δανειστές μας. Είναι, δηλαδή, ως ένα βαθμό, αναγκαστικός προϋπολογισμός. Και είναι αναγκαστικός για όλες τις πτέρυγες της Βουλής που τον στηρίζουν.
Έχει, όμως, και άλλα πολιτικά χαρακτηριστικά, άλλου είδους.
Είναι ένας προϋπολογισμός αποκάλυψης. Μέσω της λογικής, η οποία τον διέπει, αποκαλύπτεται η μεταπολιτευτική αμεριμνησία του πολιτικού συστήματος της χώρας. Δεν αναφέρομαι μόνο στα κόμματα που κυβέρνησαν την χώρα. Αναφέρομαι σε όλο το πολιτικό σύστημα, και όχι μόνο στο πολιτικό σύστημα. Η λογική του, αποκαλύπτει σε πολύ μεγάλο βαθμό την ανευθυνότητα και την υποκρισία ενός μεγάλου μέρους του πολιτικού προσωπικού της χώρας της τελευταίας τριακονταετίας.
Είναι συγχρόνως ένας προϋπολογισμός παραδοχών, πολύ σημαντικών, που θα μας βοηθήσουν ή θα μας υποχρεώσουν να αποσαφηνίσουμε τα επόμενα πολιτικά μας βήματα.
Βελτιώσαμε το βιοτικό μας επίπεδο πολύ πέρα από τις οικονομικές και παραγωγικές μας δυνατότητες.
Αποδιαρθρώσαμε την παραγωγή και τον παραγωγικό μας ιστό. Εκχωρήσαμε, π.χ. την διατροφή της χώρας στο εξωτερικό, ενώ έχουμε ένα μεγάλο μέρος του παραγωγικού μας δυναμικού που απασχολείται στον πρωτογενή τομέα. Θα έλεγα ότι εκπαιδεύσαμε τους Έλληνες να μην δουλεύουν ή τουλάχιστον να μην είναι παραγωγικοί.
Είναι ένας προϋπολογισμός κοινής λογικής.
Συμφωνούμε όλοι ότι πρέπει να μειώσουμε το έλλειμμα.
Συμφωνούμε όλοι ότι θα πρέπει να αποκτήσουμε επιτέλους πρωτογενή πλεονάσματα και για να μειώσουμε το χρέος, αλλά και για να βελτιώσουμε την διαπραγματευτική μας θέση.
Είναι ένας προϋπολογισμός επίσης, που επιδιώκει την εκκίνηση της ανάπτυξης μέσω συγκεκριμένων επιλογών.
Με το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
Με το ΕΣΠΑ. Επιτρέψτε μου εδώ να πω, ότι πανηγυρίζουμε πολύ,για το ότι έχει μειωθεί η εθνική μας συμμετοχή που έφτασε στο 5%. Το ίδιο περίπου έγινε και με την προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ. Θέλω όμως να τονίσω ότι η μείωση της εθνικής συμμετοχής κατά 25 % μειώνει το μέγεθος του προγράμματος κατ αυτό το ποσοστό. Το αναπτυξιακό αποτέλεσμα θα υστερεί σε σχέση με τους στόχους που ετέθησαν. Ανακουφίζεται βέβαια ο εθνικός προϋπολογισμός, – αναγκαίο αυτήν την εποχή-χωρίς αμφιβολία όμως, ο προγραμματισμός τον όποιο έχουμε κάνει ως χώρα θα υστερεί όσον αφορά το τελικό αποτέλεσμα. Πιθανόν βέβαια εάν εξ αυτής της αλλαγής προκύψει η δυνατότητα μεγαλύτερης απορρόφησης το 2012 ή την επόμενη χρονιά, να έχουμε θετικές επιπτώσεις στους προϋπολογισμούς αυτών των ετών.
Τώρα. Το περιβάλλον στον όποιο διεξάγεται αυτή η συζήτηση σημαδεύεται από αυτά που συμβαίνουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη.
Υπάρχει κρίση χρέους, την οποία πλέον όλοι αντιλαμβάνονται και όλοι ομολογούν ότι δεν είναι μόνον ελληνικό πρόβλημα.
¨Όλοι αντιλαμβάνονται ότι υπάρχει ένα μεγάλο θεσμικό έλλειμμα, μια φανερή θεσμική υστέρηση.
Όλοι αντιλαμβάνονται και ομολογούν – κάθε μέρα ακούγονται περισσότερες φωνές- ότι τα πολιτικά αντανακλαστικά της σημερινής ηγεσίας της ΕΕ είναι καθυστερημένα και αδύναμα.
Το περιβάλλον μέσα στο οποίο διεξάγεται η συζήτηση, σημαδεύεται βεβαίως και από την κατάσταση στην χώρα μας, την Ελλάδα.
Θέλω να επισημάνω ότι οι εκδοχές που υπάρχουν για το τι θα συμβεί στην πατρίδα μας είναι οι εξής δύο: θα χρησιμοποιήσω αρνητικές λέξεις για να υπογραμμίσω αυτές τις εκδοχές.
Η πρώτη είναι η «κακή» εκδοχή που λέει ότι θα πάμε το βιοτικό μας επίπεδο αρκετά χρόνια πίσω, ίσως φτάσουμε και δυο δεκαετίες.
Η άλλη εκδοχή είναι η χείριστη που λέει ότι θα πάμε την χώρα μας πολλές δεκαετίες πίσω. Τι οφείλουμε να κάνουμε? Να επιλέξουμε. Είναι τρομοκρατικό το δίλημμα θα πουν κάποιοι συνάδελφοι από την αντιπολίτευση. Εκείνο όμως που έχω να πω είναι ότι είναι ένα υπαρκτό δίλημμα και θα ήταν εγκληματικό να το αποκρύψουμε.
Γιατί φτάσαμε σ’αυτή την κατάσταση? Θα πω μόνο δυο κουβέντες χωρίς να θέλω να ξύσω παλιές πληγές.
Η προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ παρέλαβε την οικονομία της χώρας με ένα τεράστιο, ένα κολοσσιαίο έλλειμμα της τάξης των 36 δις.
Παρέλαβε την οικονομία σε ύφεση. Το 2009 ήταν η δεύτερη χρονιά ύφεσης.
Παρέλαβε την χώρα σε πλήρη αναξιοπιστία έναντι των εταίρων μας αλλά και των αγορών.
Η προηγούμενη κυβέρνηση ανέλαβε την υποχρέωση να κάνει μια μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή στην οποία τα πήγε καλά.
Ανέλαβε την υποχρέωση να κάνει μεγάλες μεταρρυθμίσεις με ένα πολιτικό προσωπικό στη χώρα και όχι μόνο στην Κυβέρνηση, το οποίο άργησε να συνειδητοποιήσει τη νέα πραγματικότητα. Ένα πολιτικό προσωπικό που κλήθηκε να κάνει μια δουλειά που δεν ήξερε, ένα πολιτικό προσωπικό που ήταν μαθημένο να μοιράζει μπόνους ευημερία και χαρά, και το οποίο κλήθηκε ξαφνικά να μοιράζει δυσαρέσκεια, να μοιράζει περικοπές και να λέει δυσάρεστα πράγματα. Αυτό δημιούργησε καθυστερήσεις και διαφορετικές ταχύτητες στους τομείς του κυβερνητικού έργου.
Για αυτό μιλάω για έναν προϋπολογισμό που μας περνάει σε μια άλλη εποχή. Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι μας ότι όχι απλώς πρέπει να εγκαταλείψουμε τις πολιτικές εκείνες που δημιούργησαν το πελατειακό σύστημα , το παλαιοκομματικό λόγο και λαϊκισμό, αλλά θα πρέπει να αποκαλύψουμε και τα πρόσωπα- φορείς αυτών των πολιτικών, για να μην τους επιτρέψουμε να υποκριθούν για μια ακόμη φορά τους κήνσορες των αλλαγών και μεταρρυθμίσεων στην προσπάθεια τους να ηγηθούν της νέας εποχής.
Σας ευχαριστώ.