Η προκρούστεια κλίνη του νομοθέτη
Με αφορμή τις επικείμενες αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα που οδηγούν στην αυστηροποίησή του
Άρθρο του Ηλία Ν. Ηλιακόπουλου *
Ακόμα μια φορά ο Ποινικός Νομοθέτης απελπισμένος δείχνει να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις μιας δυσάρεστης κοινωνικής πραγματικότητας, (φόνοι, βιασμοί, τρομοκρατικές οργανώσεις, παιδοφιλίες, σεξουαλικές παρενοχλήσεις και πολλά άλλα άνθη του κακού που προέκυψαν με αυξητικούς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα), προσπαθώντας κάθε φορά με τροποποιήσεις της «τελευταίας στιγμής» να περιορίσει και να δαμάσει την εγκληματικότητα! Μια εγκληματικότητα που θα πρέπει όμως να αναρωτηθούμε για τα βαθύτερα αίτιά της.
Από την τελευταία τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα (Π.Κ) τον Ιούλιο του 2019 – με σαφή χαλάρωση προβλεπομένων ποινών αλλά και εξάλειψης πολλών αξιοποίνων! (πχ. απρόσφορη απόπειρα) – φτάσαμε στο σημείο με την ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας, ο Ποινικός Νομοθέτης να έχει μεταλλαχθεί σε σύγχρονο «Ιαβέρη» αυστηροποιώντας ποινές για την επονομαζόμενη βαριά εγκληματικότητα (φόνοι, ληστείες, βιασμοί, τρομοκρατία) αλλά και σαφή αλλαγή επι το αυστηρότερον στα εγκλήματα γενετήσιας ελευθερίας.
Οι τροποποιήσεις αυτές κινούνται στους εξής βασικούς άξονες:
α) στην αυστηροποίηση του πλαισίου των ποινών για συγκεκριμένα εγκλήματα ιδιαίτερης ποινικής απαξίας
β) Στην αυστηροποίηση της απόλυσης των καταδίκων υπο όρο (αρθρ. 105 Π.Κ) όπως και της άρσης της απόλυσης εγκληματιών που τελούν κατ επανάληψη σοβαρά κακουργήματα και
γ) Στην επαναφορά και διεύρυνση του αξιοποίνου στα κοινώς επικίνδυνα αδικήματα όπως εμπρησμό, έκρηξη, πλημμύρα κλπ, στα αδικήματα σχετικά με την υιοθεσία και στην αναδιαμόρφωση του πλαισίου των ποινών για τα αδικήματα της κλοπής και της υπεξαίρεσης στην πλημμεληματική τους μορφή.
Για μια σειρά σοβαρών ποινικών εγκλημάτων, ο Ποινικός Νομοθέτης θέλοντας να αυστηροποιήσει το πλαίσιο της προβλεπόμενης ποινής, πρόβλεψε μόνο ισόβια κάθειρξη και απάλειψε και την διαζευκτικά προβλεπόμενη πρόσκαιρη κάθειρξη. Έτσι, για τα αδικήματα της εσχάτης προδοσίας, της ανθρωποκτονίας, του ομαδικού βιασμού, του βιασμού σε βάρος ανηλίκου και της θανατηφόρας ληστείας, προβλεπόμενη ποινή είναι πια μόνο η ισόβια κάθειρξη.
Με άλλα λόγια ο Ποινικός Νομοθέτης ενόψει καταιγισμού της κοινωνίας από σοβαρότατα ποινικά εγκλήματα (βλ. δολοφονία στα Γλυκά Νερά, δολοφονία της άτυχης κοπέλας στην Φολέγανδρο, βιασμό ανηλίκων από επωνύμους – πχ. περίπτωση Λιγνάδη – κλπ) και της αυξανόμενης κατακραυγής της κοινής γνώμης, έφτασε στο σημείο να ακούει περισσότερο τις δημοσιογραφικές φωνές και εν τοις πράγμασι να έχει λιγότερο εμπιστοσύνη στους δικάζοντες, αφού με το αυστηροποιημένο πλαίσιο ποινής «τους δένει τα χέρια» στην επιβολή αυτής.
Ακόμη, η παραγραφή για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, όταν αυτά τελούνται σε βάρος ανηλίκου, θα αρχίζει από την ενηλικίωσή του και για ένα έτος, εφόσον η πράξη είναι πλημμέλημα και για 3 έτη εφόσον η πράξη είναι κακούργημα. Η ρύθμιση αυτή υπάρχει κατά μέγα μέρος και στον ισχύοντα Π.Κ. και επιμηκύνεται η παραγραφή και στα πλημμελήματα.
Με άλλα λόγια ο Νομοθέτης θεωρεί ότι ο ανήλικος δεν είναι ώριμος ενδεχομένως και φοβισμένος μέχρι και την ενηλικίωσή του να καταγγείλει εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας του, γι αυτό και αφετηριάζει την παραγραφή από την ενηλικίωσή του. Βέβαια στο σύνολο της Νομοθεσίας, ο Νομοθέτης εμφανίζεται αντιφατικός, αφού δίνει το δικαίωμα στον δεκαπεντάχρονο να αλλάζει φύλο. Αλλά τον ανήλικο τον θέλει να ενηλικιώνεται για να έχει το «θάρρος» να καταγγέλλει εγκλήματα γενετήσιας ελευθερίας σε βάρος του!!!
Με τις νέες τροποποιήσεις θα διώκεται αυτεπαγγέλτως η προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας και η προσβολή γενετήσιας ευπρέπειας για τους ανηλίκους. Επιπλέον, η προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας όταν τελείται σε χώρο εργασίας (πχ σεξουαλική παρενόχληση κλπ) – θυμηθείτε περιπτώσεις καλλιπάρειων κυριών στο χώρο του θεάτρου και του θεάματος από δαιμονισμένους θιασάρχες και όχι μόνο – ! τιμωρείται πλέον μόνο με φυλάκιση, αφού προτείνεται να καταργηθεί η δυνατότητα της εναλλακτικής καταδίκης με χρηματική ποινή. Και φυσικά στο χώρο εργασίας η πιο πάνω προσβολή διώκεται αυτεπάγγελτα.
Το αδίκημα της αιμομιξίας επανέρχεται στην κακουργηματική μορφή του, καθώς με τις αλλαγές που είχαν γίνει στον Π.Κ. τον Ιούνιο του 2019 ήταν πλημμέλημα.
Το αδίκημα των γενετησίων πράξεων με ανηλίκους ή ενώπιόν τους (άρθρο 339 ΠΚ), τιμωρείται πλέον μόνο ως κακούργημα.
Η παλαιά διάταξη του άρθρου 310 παρ. 1 Π.Κ. για τη βαριά σωματική βλάβη, ή διανοητική πάθηση του παθόντος προτείνεται να επαναφερθεί με προβλεπόμενη ποινή τουλάχιστον 2 ετών.
Αυστηροποιείται η διάταξη για την σωματική βλάβη από αμέλεια (άρθρο 314 παρ 1 Π.Κ). Προστίθεται νέα διάταξη σύμφωνα με την οποία συνιστά επιβαρυντική περίσταση η τέλεση σωματικής βλάβης σε βάρος υπαλλήλου κατά την εκτέλεση της εργασίας του.
Επαναφέρεται η διάταξη για την απρόσφορη απόπειρα που είχε καταργηθεί με την αλλαγή του Π.Κ. τον Ιούνιο του 2019 (πχ άδειο και ελαττωματικό πιστόλι το οποίο δεν εκπυρσοκροτεί). Παρά ταύτα με το νέο Νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει ποινικά κολάσιμη συμπεριφορά γιατί υπάρχει διακινδύνευση του εννόμου αγαθού της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας.
Μεγάλη καινοτομία φαίνεται να επιχειρεί ο Ποινικός Νομοθέτης με το θεσμό της υφ’ όρων απόλυσης των καταδικασθέντων.
Σε βαριές περιπτώσεις εγκλημάτων με προβλεπόμενη ποινή πρόσκαιρη κάθειρξη για τα εγκλήματα του νόμου περί ναρκωτικών, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, τέλεση τρομοκρατικών πράξεων, εσχάτη προδοσία, ανθρωποκτονία, ληστεία, εκβίαση, βιασμό και όλα κατά της γενετήσιας ελευθερίας εγκλήματα, δίνει την δυνατότητα για απόλυση υπο όρο, μόνο αν έχουν εκτιθεί με ευεργετικό υπολογισμό τα 4/5 της ποινής. Η μέχρι τώρα ισχύουσα διάταξη προβλέπει υφ’ όρων απόλυση στην έκτιση των 3/5 της ποινής, για κακουργήματα με προβλεπόμενη πρόσκαιρη κάθειρξη. Τώρα, με το νέο πλαίσιο ο καταδικασμένος θα πρέπει να εκτίσει 3/5 πραγματικής έκτισης της ποινής και 1/5 ευεργετικό υπολογισμό με εργασία για να μπορεί στην συνέχεια να υποβάλλει αίτηση για να κριθεί από το Συμβούλιο η ενδεχόμενη αποφυλάκισή του. Γιατί ούτε η υφ’ όρων απόλυση είναι σίγουρη αν δεν εγκριθεί από το Συμβούλιο. Και βέβαια, ανακύπτει το ερώτημα κατά πόσον εν προκειμένω έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 2 Π.Κ. περί αναδρομικής ισχύος στην διάταξη του άρθρου 105 Π.Κ. Σύμφωνα με το άρθρο 2 αν από την τέλεση της πράξης έως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στην συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου.
Έτσι και αν ψηφιστεί με τη νέα της μορφή η διάταξη του άρθρου 105, δεν καταλαμβάνει περιπτώσεις που τελέστηκαν πριν από αυτήν και για τις οποίες ίσχυε η ευμενέστερη διάταξη του άρθρου 105 Π.Κ.
Βέβαια για τους φόνους στην περίπτωση της Καρολάιν και της Γαρυφαλλιάς με προβλεπόμενη ποινή ισόβια, τα πράγματα αλλάζουν γιατί για την ισόβια κάθειρξη μέχρι και τώρα προβλέπονται τα 16 χρόνια πραγματικής έκτισης. Εφόσον ισχύσει ο νέος νόμος όμως, η προβλεπόμενη ποινή ισόβιας κάθειρξης αυστηροποιείται και αυξάνεται από 16 στα 18 χρόνια πραγματικής έκτισης.
Βέβαια αμφίβολο είναι αν αυτή η αυστηροποίηση της ισόβιας κάθειρξης μεταφραζόμενη σε 18 χρόνια, συντελεί στον πραγματικό σωφρονισμό του δράστη, ή στον κατευνασμό της κοχλάζουσας από οργή αλλά ταυτόχρονα και φοβισμένης κοινωνίας!
Είναι αμφίβολο αν θα ενισχυθεί το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών με αυτές τις αλλαγές τελικά και αν ικανοποιηθεί το «κοινό περί δικαίου αίσθημα». Πόση σημασία έχει όταν λέμε ισόβια και εννοούμε 16 ή 18 χρόνια; Τι νόημα έχει ο αριθμητικός προσδιορισμός ετών κάθειρξης όταν στην πράξη αυτό που ισχύει είναι κάτι διαφορετικό;
Απεύχεται κανείς όλη αυτή η αυστηροποίηση των ποινών και η καθυστέρηση αποφυλάκισης κρατουμένων, σε σχέση με την πληθώρα αυτών να οδηγήσει σε πιθανές εξεγέρσεις εντός των φυλακών. Ετσι, αν υπάρχει μια πρόσκαιρη επιδοκιμασία της κοινής γνώμης για την αυστηροποίηση των ποινών, είναι αμφίβολο αν θα αντιμετωπιστεί με νηφαλιότητα για τους «εντός των τειχών» κρατουμένους.
Στην προκειμένη περίπτωση η διαχρονικά ερμαφρόδιτη μετάλλαξη των ποινών του τύπου «άλλα λέει ο νόμος, αλλά άλλα τελικά εφαρμόζονται»!, έχει οδηγήσει σε μια έντονη δυσπιστία της κοινωνίας απέναντι στην Πολιτεία και της ανεπάρκειας της τελευταίας απέναντι στους πολίτες.
Συνακόλουθα, προτού αλλάξει ο Ποινικός Κώδικας για ακόμη μια φορά στην προκρούστεια κλίνη του Ποινικού Νομοθέτη (κόψε, ράβε, ξήλωνε…) καλό είναι να αλλάξουν πρώτα οι υποδομές του Σωφρονιστικού μας Συστήματος υπο την έννοια ότι ο εγκληματίας από περιθωριακό στοιχείο, μέσα από εκπαίδευση, αναμόρφωση, κοινωνική προσαρμογή, θα γίνεται χρήσιμο μέλος της κοινωνίας.
Γι αυτό όμως θέλει ειδικούς, ειδικά προγράμματα να εφαρμοστούν μακροπρόθεσμα και όχι λύσεις της τελευταίας στιγμής. Γιατί, τελικά αυτό που διαφαίνεται δεν είναι οι αλλαγές που επιβάλλονται στον Ποινικό Κώδικα, αλλά η μέχρι τώρα μη επιτυχημένη διάρθρωση του Σωφρονιστικού μας Συστήματος.
Οποιαδήποτε αυστηροποίηση των ποινών, αν δεν συνοδευτεί με πραγματική επιτυχημένη εφαρμογή του Σωφρονιστικού μας Συστήματος, δεν θα αντιμετωπίσει δραστικά την εγκληματικότητα, ούτε θα λειτουργήσει παραδειγματικά για να αποτρέψει νέα εγκλήματα. Και πάνω απ όλα, να γνωρίζει κανείς ότι η αποτροπή από το έγκλημα προϋποθέτει παιδεία, η οποία και είναι η δραστική πρόληψη για διάδοση της εγκληματικότητας, αποστολή στην οποία δυστυχώς η Πολιτεία χωλαίνει εμφανίζοντας μεγάλο έλλειμμα.
Η μεθεπόμενη τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα, μας περιμένει ολοταχώς!
* Ο Ηλίας Ν. Ηλιακόπουλος είναι διδάκτωρ Νομικής, κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο Ποινικό Δίκαιο του ΔΠΘ, ενεργός Δικηγόρος στο χώρο της Θράκης και αρθρογράφος στα κρίσιμα κοινωνικά και πολιτικά θέματα.