Του Σταύρου Κελέτση

Κυριακή 25 Οκτωβρίου, 10 το βράδυ. Χτυπάει το κινητό μου. Μια πολύ ευγενική και γλυκιά, γυναικεία φωνή στο τηλέφωνο: «Καλησπέρα σας, κύριε Κελέτση, από το ιατρείο της Βουλής σας παίρνω. Υποβληθήκατε το πρωί σε τεστ για Covid. Βγήκε θετικό.»
Μεσολαβεί ένα μικρό κενό δευτερολέπτων. «Μάλιστα…». Πρώτη φορά σε κλάσματα δευτερολέπτου περνούν από το μυαλό μου τόσες σκέψεις… κι ένας κόμπος στον λαιμό. Εικόνες αγαπημένων προσώπων, όμορφες στιγμές από το παρελθόν, συναισθήματα, φόβος… Φόβος; Ναι γιατί να μην το ομολογήσω; Φόβος απέναντι στο άγνωστο, σε έναν αόρατο και ύπουλο εχθρό.
«Κύριε Κελέτση, μπορείτε να μας απαντήσετε σε κάποιες ερωτήσεις τώρα;» συνεχίζει η γλυκύτατη φωνή. «Ή μήπως θέλετε λίγο χρόνο, να σας πάρω αργότερα;».
«Όχι, όχι τώρα.» Ακολουθεί ένα τυπικό ερωτηματολόγιο όπως επιβάλλει το πρωτόκολλο. Σε όλες τις ερωτήσεις απαντώ μηχανικά, για τις διαδρομές μου όλες τις προηγούμενες ημέρες, τις στενές επαφές, τις συνεργασίες. «Αν θυμηθείτε και κάτι άλλο παρακαλώ να με πάρετε. Από σήμερα θα είστε σε καραντίνα 14 ημερών. Σε λίγο θα σας πάρει και ο γιατρός μου να σας δώσει οδηγίες… Καληνύχτα σας».
«Σας ευχαριστώ». Το τηλέφωνο κλείνει. Και τώρα…μόνοι. Εγώ και ο Covid. Θα παλέψουμε μαζί πρόσωπο με πρόσωπο, εδώ κλεισμένοι, στο διαμέρισμα της οδού Πατησίων. Μόνο που εγώ δεν τον βλέπω ο εχθρός είναι αόρατος και ύπουλος. Τώρα τέρμα οι σκέψεις. Ανασύνταξη δυνάμεων. Πρώτα πρέπει να το ανακοινώσω στην οικογένεια στην Αλεξανδρούπολη. Στη σύζυγο και τα παιδιά. Είχαν ειδοποιηθεί βέβαια ήδη από την προηγούμενη, όταν είχε εντοπιστεί κρούσμα στο γραφείο μου εκεί, και είχαν υποβληθεί σε τεστ που ήταν για όλους αρνητικό. Ευτυχώς!
Και τώρα αυτο- οργάνωση. Επικοινωνώ με τον προσωπικό μου γιατρό, ανήσυχος για ένα άσθμα που με ταλαιπωρεί από παλιά και ζητώ πληροφορίες για ποια φάρμακα πρέπει να έχω πρόχειρα στο ντουλάπι. Βάζω σε μια σειρά τους φακέλους που θα δουλέψω τις επόμενες μέρες, εφόσον το επιτρέπει η κατάστασή μου. Ρίχνω μια ματιά στη βιβλιοθήκη για να βρω τα πιο ενδιαφέροντα βιβλία για διάβασμα. Ευκαιρία για διάβασμα. Α και στο ψυγείο. Χρειάζομαι υλικά. Δεν θα μείνω και νηστικός! Ώρα για δημιουργική μαγειρική… Όλα αυτά όμως υπό την προϋπόθεση…
Μέχρι την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, δόξα τω Θεώ, δεν έχω εμφανίσει κάτι σημαντικό. Δεν ξέρω όμως αν θα είναι το ίδιο όταν αυτές δημοσιευτούν… Κι αν θα μπορώ κι εγώ να τις διαβάσω στην εφημερίδα. Αυτό είναι το όπλο του αόρατου εχθρού μου. Το άγνωστο, το ύπουλο, το σκοτεινό. Είναι μαζί μου μα δεν τον βλέπω. Ζει μέσα μου και δεν τον αισθάνομαι. Με ακολουθεί παντού σα σκιά στο σπίτι αλλά κρύβεται.
Κάθε βράδυ, με το που κλείνεις τα μάτια, θέλεις δε θέλεις οι σκέψεις και οι εικόνες επανέρχονται. Η οικογένεια, αγαπημένα πρόσωπα, εμπειρίες από το παρελθόν, όμορφα μέρη. Η ίδια η ζωή. Θα τους ξαναδώ; Θα τους ξανασφίξω στην αγκαλιά μου; Ελπίζω, προσεύχομαι, το θέλω. Μου λείπουν.
Αξίζει τον κόπο να το περνά κανείς αυτό; Ειδικά απευθυνόμενος προς νεότερες γενιές, τα παιδιά μου, που η ζωή είναι μπροστά και όλη δική τους, τους λέω:
Πιστέψτε με. Όχι! Μη χαλαλίσετε ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή σας για να πιείτε ένα ποτό παραπάνω. Μη θυσιάσετε αγαπημένα σας πρόσωπα, τους γονείς, τους παππούδες και τις γιαγιάδες σας για να κάνετε λίγο χαβαλέ περισσότερο στις πλατείες. Θα έχετε μπροστά σας άπειρο χρόνο στο μέλλον. Ο εχθρός θα αντιμετωπιστεί από την επιστήμη και την ιατρική. Υπάρχει αισιοδοξία. Λίγη υπομονή.

Για αυτό λοιπόν προσοχή! Μεγαλύτερη προσοχή! Τηρείτε τα μέτρα αυστηρά! Προστατεύοντας τον εαυτό σας, προστατεύετε τους δικούς σας και το κοινωνικό σύνολο. Ακούτε τους ειδικούς! Ακούστε έναν παθόντα…