Ο λόγος του Οικουμενικού Πατριάρχη κατά την ακολουθία στον Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου Αδριανούπολης
Την Αδριανούπολη επισκέφτηκε την Παρασκευή ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Ο κ.κ. Βαρθολομαίος παρέμεινε για δύο μέρες στην πόλη και τέλεσε την ακουλοθία των Χαιρετισμών στον κατάμεστο από προσκυνητές Ιερό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, της Βουλγαρικής Κοινότητας. Τον Οικομενικό Πατριάρχη συνόδευαν μαθητές από το γυμνάσιο της γενέτειράς του της Ίμβρου καθώς και δεκάδες Εβρίτες.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, στην αντιφώνισή του, εξέφρασε τον ενθουσιασμό του που βρέθηκε στην Αδριανούπολη, κατόπιν προσκλήσεως του Μητροπολίτου Αδριανουπόλεως Αμφιλοχίου. Αναφερόμενος δε στην βουλγαρική Κοινότητα της πόλης, η οποία υπάγεται πνευματικώς και κανονικώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, επεσήμανε:
«Πράγματι, όπως ελέχθη, Έλληνες και Βούλγαροι είμεθα ενωμένοι εις την Ορθόδοξον πίστιν. Αυτή είναι υπεράνω οιασδήποτε άλλης διακρίσεως, γλώσσης, γένους, φυλής. Μας ενώνει η κοινή κολυμβήθρα, το βάπτισμα εντός της Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μας ενώνει η πίστις μας εις τον άγιον Τριαδικόν Θεόν, τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα. Μας ενώνει η γλυκεία προσμονή της Αναστάσεως του Κυρίου, μας ενώνει η χαρά της Ανοίξεως. Μας ενώνουν κοινά ιδανικά, κοινές αξίες, αξίες πανανθρώπινες και ιδεώδη, τα οποία φυλάγει η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία απαρασάλευτα δια μέσου των αιώνων. Και χάρις εις αυτά τα ιδανικά και τις αξίες το Οικουμενικό Πατριαρχείο αγκαλιάζει όλα τα έθνη και όλους τους λαούς εις τους οποίους μετέδωσε, δια της ιεραποστολικής του δράσεως, την Αγίαν Ορθόδοξον Πίστιν και το Ορθόδοξον βάπτισμα. Και μεταξύ αυτών των εθνών και των λαών που εκχριστιανίστηκαν και εκπολιτίστηκαν χάρις εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον Κωνσταντινουπόλεως, πρώτη είναι η Εκκλησία της Βουλγαρίας. Η πρωτότοκος θυγατέρα της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως είναι η Αγιωτάτη Ορθόδοξος Εκκλησία της Βουλγαρίας, δια την οποίαν η Μητέρα της Εκκλησία, η Κωνσταντινούπολις, σεμνύνεται. Και επωφελούμαι της ευκαιρίας της παρουσίας του φιλτάτου αδελφού Αγίου Στάρας Ζαγοράς κυρίου Κυπριανού για να στείλω από εδώ, από την Αδριανούπολη, τον αδελφικόν ασπασμόν εις τον Μακαριώτατον Πατριάρχην Βουλγαρίας κύριον Νεόφυτον και εις όλην την σεβασμίαν Ιεραρχίαν της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Βουλγαρίας και να ευχηθώ εις τον λαόν της, ολόκληρον τον ευσεβή βουλγαρικόν λαόν, όπως και εις τους παρόντας αδελφούς από την Ελλάδα, ένα ευφρόσυνον Άγιον Πάσχα».
Στη συνέχεια ευχαρίστησε τον πρόεδρο της Βουλγαρικής Κοινότητας κ.Βασίλειο Λιάζε, για τη θερμή υποδοχή που του επεφύλαξε, «και για τα ευλαβικά αισθήματά του προς την Μητέρα Εκκλησία», και πρόσθεσε:
«Εξομολογούμαι σε όλους σας ότι αισθάνομαι πανευτυχής για το προσκύνημά μου αυτό εις την Αδριανούπολη, στην οποία δεν είναι η πρώτη φορά που έρχομαι. Έκανα δοξολογία την άλλη φορά εις τον Άγιον Γεώργιον, τον άλλο Ναόν, και ομίλησα προς τους εδώ αδελφούς μας Βουλγάρους και τους μετέφερα την ευλογίαν της Μητρός των Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, από το Φανάρι. Και σήμερα τους εύχομαι όλα τα καλά του Θεού και τους συγχαίρω διότι απέκτησαν ένα άξιο Ποιμενάρχη εν τω προσώπω του αδελφού Αγίου Αδριανουπόλεως κυρίου Αμφιλοχίου, ο οποίος τους αγκάλιασε όλους στοργικά και τους διαποιμαίνει χωρίς καμίαν διάκριση, χωρίς καμίαν υστεροβουλίαν, με αγάπη ανεξαιρέτως προς όλους. Άγιε Αδριανουπόλεως, είστε ένας πολύτιμος Ιεράρχης της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας. Εδώ και πέντε χρόνια που προήχθητε εις τον Αρχιερατικόν βαθμόν και ταυτοχρόνως ανελάβατε την εκπροσώπηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου εις τας Αθήνας επιτελείτε ένα σπουδαίον έργον, πολλές φορές αφανώς και αθορύβως, αλλά πάντοτε ουσιαστικώς και αποτελεσματικώς, με την σοφίαν σας, με την εμπειρίαν σας, με τις γνώσεις σας, ιδιαιτέρως εις το Κανονικόν Δίκαιον, αλλά υπεράνω όλων με την αγάπην σας και την αφοσίωσίν σας εις το Οικουμενικόν μας Πατριαρχείον. Είναι μια αγάπη δεδομένη, πασίδηλος, αναφαίρετος, αμείωτος, όχι τώρα μόνον που είσθε Ιεράρχης του Πατριαρχείου μας αλλά και προηγουμένως ως μοναχός, ως μέλος της Αδελφότητος Αγίας Παρασκευής Μαζίου, πάντοτε υπήρξατε εις το πλευρόν του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου. Σας ευχαριστούμε και σας συγχαίρουμε δι’ αυτό. Εις ανάμνησιν της σημερινής επισκέψεώς μου εις την θεόσωστον Επαρχίαν σας θα σας δώσω το εγκόλπιον το οποίον φέρω, το οποίον έχει επάνω την παράστασιν της Αναστάσεως του Κυρίου, και εύχομαι η πορεία σας και η ποιμαντορία σας εδώ να είναι πάντοτε αναστάσιμος».
Ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε και στην παρουσία των μαθητών από την Ίμβρο.
«Η χαρά μου διπλασιάζεται και πολλαπλασιάζεται με την παρουσία και την συμπροσευχήν των αγαπητών παιδιών μας από την γενέτειραν Ίμβρον, την προσφιλή και πολυπόθητον. Τα παιδιά, τα οποία έφεραν καινούργια ζωή στο νησί μας μετά την επαναλειτουργία των σχολείων μας εκεί, μετά από σιωπή και παύση μισού αιώνος. Ευχαριστούμε τον Θεό των Πατέρων μας που μας έδωσε αυτή την μεγάλη ευλογία να έχουμε και πάλι ελληνικά Γράμματα, ελληνικήν Παιδείαν εις την μητρικήν μας γλώσσα εις την γενέτειραν Ίμβρον μετά τον κατατρεγμόν τον οποίον υπέστημεν εμείς οι Ίμβριοι κατα τη δεκαετία του ’60 και επέκεινα. Δοξάζουμε τον Θεό και ευχαριστούμε όλους τους ανθρώπους οι οποίοι συνετέλεσαν ώστε να έχουμε και πάλι τα Ρωμέηκα μειονοτικά μας σχολεία εκεί. Και μεταξύ άλλων ευχαριστώ διά πολλοστήν φορά τον εντιμολογιώτατον και αγαπητόν Άρχοντα κύριον Λάκη Βίγκα για τους πολλούς κόπους του, ώστε να έχουμε και πάλι ανοικτά σχολεία και πολλά παιδιά εις την γενέτειρα. Επιφυλάσσομαι να ξανασυναντήσω τα αγαπητά μας παιδιά, τον άλλο μήνα εις την Ίμβρο, και να αναγεννηθώ και εις αυτό το προσκύνημά μου εκεί, όπως αναγεννώμαι κάθε φορά που πατώ τον πάτριον έδαφος».