Δεν ξέρω από που να αρχίσω. Να φωνάξω δεν έχει νόημα. Ίσως να με πουν και τρελό. Ίσως κάποιοι με λυπηθούν. Ίσως, ίσως.

Ήρθα το πρωί στο γραφείο μου με ελπίδα για τη νέα μέρα. Σε λίγα λεπτά όμως η ελπίδα μου κόπηκε. Διάβασα κι εγώ δυστυχώς για τα παιδιά που λιποθύμησαν σε σχολείο λόγω πείνας. Το δυστυχώς είναι για την «είδηση», όχι γιατί το διάβασα.

Δεν αισθάνομαι ντροπή, δεν αισθάνομαι μίσος. Ούτε απόγνωση αισθάνομαι. Αναρωτιέμαι όμως.
Που οδηγείτε τη χώρα μας;
Τι θέλετε να κάνετε;
Γνωρίζετε αυτά που συμβαίνουν;
Έχετε εικόνα από την κοινωνία;

Δε θα μιλήσω για τους μισθούς και τα προνόμιά σας. Κρατήστε τα. Πολλαπλασιάστε τα. Καρφί δε μου καίγεται τι θα κάνετε για τον εαυτό σας.

Εσείς θα είστε σήμερα εκεί. Ίσως και αύριο.

Οι υπόλοιποι που θα πάνε; Τι θα φάνε. Λιγότερο από 1 € κοστίζει το μισό κιλό μακαρόνια. Κι όμως, κάποιοι γονείς δεν έχουν χρήματα για να το αγοράσουν.
Αφήνουν νηστικά τα παιδιά τους. Δεν τρώνε ούτε οι ίδιοι.

Εσείς φάγατε χθες. Θα φάτε και θα φάτε. Να πιείτε κιόλας, αλλά μακάρι να πιείτε πολύ και να δείτε το φως.

Το φως, που θα κοπεί αύριο σε χιλιάδες νοικοκυριά γιατί δε θα μπορούν να πληρώσουν το χαράτσι.

Εμένα δε μου φταίει ο Φωτόπουλος. Αυτός προσπαθεί για τους συναδέλφους του, τώρα μπήκε μπροστά και για την κοινωνία. Σίγουρα δε φταίει αυτός για όσα άλλοι αποφάσισαν. . .

Τον άνεργο όμως ποιος θα τον προστατεύσει ουσιαστικά;
Ποιος θα του δώσει δουλειά;

Το ξέρετε κύριοι ότι άρρωστοι δεν πάνε στο γιατρό, όχι γιατί δεν έχουν να πληρώσουν το πρωινό χαράτσι στο νοσοκομείο, αλλά γιατί δεν έχουν ούτε για τα φάρμακα, ούτε για να πάρουν τηλέφωνο έχουν.

Ρε «κύριοι» δε γουστάρω να αφήσω την Ελλάδα. Δε θέλω να πάω μετανάστης για να ζήσω. Δε θα με διώξετε, ούτε εσείς, ούτε η πολιτική σας.

Δε θα με αναγκάσετε να παρακαλάω για δουλειά έστω και μαύρη.

Δε θα σας υπολογίζω πλέον, γιατί δε θα σκεφτώ τι θα κάνω αν το παιδί μου λιποθυμήσει από πείνα στο σχολείο.

Γιατί ο γονέας για το παιδί του κάνει τα πάντα και θα τα κάνει.

Τουλάχιστον, αυτό πρέπει κάπου να το νοιώσατε, γιατί φαντάζομαι παιδιά θα έχετε.

Οι λέξεις, ντροπή και αίσχος δε με καλύπτουν πλέον.

Γιάννης Τομαδάκης