Του Ιωακείμ Βράβα, πολιτικού επιστήμονα
“Το ότι πτωχαίνουν οι Έλληνες δεν είναι ταυτόσημο με την πτώχευση της χώρας”. Η φράση αυτή του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και μάλιστα από το βήμα της Βουλής, αποτελεί, όσο μπορεί η μνήμη μου να ανακαλέσει, παγκόσμια πρωτοτυπία και τομή στην κοινωνιολογική εξέλιξη της ιστορίας. Ποτέ άλλοτε, εκπρόσωπος αιρετής κυβέρνησης δεν αμφισβήτησε ευθέως το κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσα στο λαό και την εξουσία, την άγραφη σχέση και συναίνεση που τον έχει φέρει στην εξουσία. Συνήθως, είναι οι μάζες (πολιτών ή άμορφες) που αντιδρούν σε μια εξουσία που δε σέβεται τους όρους αυτού του συμβολαίου και εξεγείρονται εναντίον τη,ς επιδιώκοντας την ανατροπή της ή, εμβαθύνοντας, μια αναδιομόρφωση των όρων του συμβολαίου.
Και με τον όρο Κοινωνικό Συμβόλαιο, δε νοείται η ρητορική επίκληση του δεύτερου κατά σειρά Πρωθυπουργού της Πεφωτισμένης Οικογένειας της Ελληνικής Δημοκρατίας σε ένα «νέο συμβόλαιο με το λαό», που μετουσιώθηκε λίγα χρόνια αργότερα στο περιπαικτικό «Τσοβόλα, δωσ’ τα όλα!».
Κοινωνικό Συμβόλαιο, σύμφωνα με την κοινή συνισταμένη των Grotious, Hobbes, Locke, Rousseau, Helvetius,Diderot, Hollbach και πλήθος άλλων θεωρητικών της πολιτικής, πάνω στην οποία εδράζονται τα νεότερα και σύγχρονα αστικά και αστικότροπα κράτη, είναι η αντίληψη πως η κρατική εξουσία πηγάζει από μία συμφωνία μεταξύ των πολιτών, ή, έστω των κοινωνικών τάξεων, με σκοπό να προστατευθούν επαρκέστερα, πληρέστερα και καλύτερα η ιδιοκτησία (αγαθών,γης, χρήματος και δικαιωμάτων), η ελευθερία, η ισότητα, η ασφάλεια και η ειρήνη.
Το αποτέλεσμα αυτής της άτυπης συμβολαιακής πράξης είναι η ίδρυση της κονωνίας, η οποία εκφράζεται τυπικά μέσα από τη θέσπιση οργάνων νομοθετικού, εκτελεστικού και διαιτητικού (δικαστικού) χαρακτήρα. Και ο θεμέλιος λίθος της ευνομίας του νέου καθεστώτος είναι η σαφής διάκριση και ο αμοιβαίος έλεγχος ανάμεσα στις τρεις αυτές εκφράσεις της εξουσίας, που ενεργούν εν ονόματι του λαού.
Εϊναι όμως στο σημείο αυτό που το ελληνικό πολιτικό σύστημα άρχισε τις τελευταίες, κυρίως, δεκαετίες να λειτουργεί στρεβλωτικά και να προλειαίνει το έδαφος για τη νέκρωση του Κοινωνικού Συμβολαίου. Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος καταργείται στο όνομα της κομματικής πειθαρχίας, τα παραδικαστικά κυκλώματα εγγυώνται (με δωροδοκία) την ατιμωρησία όσων παρανομούν ή νομοθετούν εντέχνως για να συγκαλύψουν παρανομίες, η νομοθετική πρωτοβουλία δεν ανήκει στο Κοινοβούλιο, αλλά στην εκτελεστική (Κυβέρνηση/Διαχείριση). Ανατροπή των ρόλων και αναστολή του αμοιβαίου ελέγχου με απονομές χάριτος από Πρωθυπουργούς («ένα δωράκι στον εαυτό του») και νομοθέτες (Siemens, Βατοπαίδι και πολλά άλλα). «Η νομοθεσία αδυνατίζει, τα ήθη εκφυλίζονται», όπως περιέγραψε ο Rousseau.
Ο λαός, μιμούμενος την εξουσία και υποκύπτοντας στο δέλεαρ της ατιμωρησίας και της ommerta των εκφραστών της, περνά από την φασίζουσα διαίρεση της «επαράτου δεξιάς» του «εμείς και οι άλλοι», στο ψευδοσοσιαλιστικής έμπνευσης «εγώ και ο κ.λος μου». Η λειτουργική βάση της κοινωνίας απορρυθμίζεται και οι συνεκτικοί δεσμοί ατονούν, υποβοηθούμενοι και από έναν αγοραστικό ανταγωνισμό, που πολύ εύστοχα η διοίκηση Σημίτη διοχέτευσε στο Χρηματιστήριο. Το ατομικό (συμφέρον, αίσθημα ντροπής και ανεπάρκειας κτλ) κυριαρχεί επί του συλλογικού, αναιρώντας την βαλκανικών στοιχείων υγιή λειτουργία της ελληνικής κοινωνίας.
Η επιχειρηματικότητα δαιμονοποιείται, οι δημόσιοι υπάλληλοι γίνονται οι χαραμοφάηδες ακαμάτες, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι είναι οι φτωχοί συγγενείς, οι επιδοτούμενοι αγρότες είναι βαρίδια προς τον εκσυγχρονισμό. Οι κοινωνικές τάξεις βάλλουν η μία εναντίον της άλλης, εκτοξεύοντας κατηγορίες για την παρακμή της χώρας. Ο ένας εκ των δύο συμβαλλομένων μερών στο Κοινωνικό Συμβόλαιο, ο λαός, χάνει τη συνοχή του που τον νομιμοποιεί.
‘Ωσπου έρχεται η διαχείριση του Παπανδρέου του Γ’ και με μια σειρά πρωτοβουλιών και νομοθετημάτων αμισβητεί μία ακόμη αρχή της ομαλής λειτουργίας της κοινωνίας, το σταθερό δικαιακό πλαίσιο. Οι πολίτες αρχίζουν να αντιδρούν και η σειρά Μνημονίων τους βγάζουν στους δρόμους (ή απλώς από τα ρούχα τους), συνειδητοποιώντας την παντελή έλλειψη νομιμοποίησης των ενεργειών της Κυβέρνησης, συναισθανόμενοι το τέλος της ελληνικής λειτουργίας και του πολιτικού συστήματος, όπως το γνωρίζουμε. Όμως το αληθοφανές «μαζί τα φάγαμε» ενεργοποιεί το ενοχικό σύνδρομο στο θυμικό των Ελλήνων, που όλοι είχαν να θυμηθούν μια ιστορία μικροδωροδοκίας και, έτσι, οι αντιδράσεις περιορίζονται. Όμως , η επόμενη ριπή νομοθετικών έξωθεν επιβαλλόμενων ενεργειών γιγαντώνει την πεποίθηση ότι εξουσία και λαός είναι πλέον σε ρήξη, καθώς δεν τηρούνται οι όροι του Συμβολαίου, ούτε κατ’επίφαση.
Η χθεσινή ρήση του Βενιζέλου, αν και εκφρασθείσα ακριβώς για να ενδυναμώσει το ένστικτο προστασίας του Κοινωνικού Συμβολαίου (υποταγή του ατομικού στο συλλογικό) ήταν και ο επικήδειος του. Η εξουσία κάνει πλέον σαφή διαχωρισμό ανάμεσα στους πολίτες και στη χώρα, εμφανίζοντας την τελευταία ως κάτι εξωτερικό, όχι ως το άθροισμα ή τη συνισταμένη των πολιτών της. Ομολογεί ότι επιτίθεται στην ιδιοκτησία και την ασφάλεια του λαού, για να προστατεύσει το Κράτος. Αυτοκαταργεί, δηλαδή, τη γενεσιουργό αιτία της κοινωνίας και του Κράτους, και, αυτόματα, αυτοκαταργείται και η ίδια.
Και αυτό αποτελεί τον επικήδειο και όχι τη χαριστική βολή επειδή προηγουμένως, ο ίδιος κ.Βενιζέλος, είχε δηλώσει την ευχαριστία του για την ελεγκτική δραστηριότητα της τρόικας στα του ελληνικού κράτους. Ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης αισθάνεται την ανάγκη να αναγνωρίσει μία ανώτερη από την εξουσία Αρχή για τη λειτουργία της χώρας. Καταργείται, λοιπόν, και το δεύτερο εκ των συμβαλλόμενων μερών του Συμβολαίου.
Μένει μια κρατική οντότητα (υποθέτοντας πως μπορεί ακόμη να υπερασπισθεί τα στοιχειώδη κυριαρχικά της δικαιώματα) χωρίς ρυθμισμένους κανόνες λειτουργίας και κοινό όραμα. Μένει να δούμε κατά πόσο θα καταφέρουν οι απειλές του κ. Βενιζέλου περί επαχθέστερων μέτρων αν δε συμμορφωθούμε στα προτεινόμενα, θα πιάσουν τόπο. Θα αντιτείνει κανείς, πως οι θεωρητικοί της πολιτικής, είχαν αναγνωρίσει το δικαίωμα στην εξουσία να επιβάλεται στο λαό μέσω της ισχύος. Όμως το δικαίωμα αυτό της αναγνωρίζεται για την τήρηση τον όρων του Συμβολαίου, όχι για τη διαιώνιση και τη νομιμοποίηση της κατάλυσής του.
Οι ίδιοι θεωρητικοί αναγνωρίζουν το καθήκον στο λαό να αντιστέκεται σε μια εξουσία που καταργεί το Κοινωνικό Συμβόλαιο. Σήμερα μεταφράζεται από προτάσεις για άρνηση πληρωμής και άρα αποτυχία των πολιτικών της Κυβέρνησης και έκπτωσή της, είτε από χρήση βίας. Αποκαθήλωση των νομιμοποιητικών του παραβαίνοντος καθεστώτος ενεργειών ή αλληλοσπαραγμός; Η απάντηση, αν θέλουμε να μιλάμε για τη γένεση ενός νέου Κοινωνικού Συμβολαίου που να εκφράζει το σύνολο του λαού και των κοινωνικών τάξεων, είναι εύκολη επιλογή.
Απομένει να αποδείξουμε κατά πόσο είμαστε ικανοί να διαχειριστούμε την προάσπιση των δικαιωμάτων μας στην ιδιοκτησία, την ελευθερία, την ισότητα, την ασφάλεια και την ειρήνη ή θα είμαστε οι μαλθακοί παρατηρητές που θα κοιτούν αποχαυνωμένοι τον εκμηδενισμό τους. Ούτως ή άλλως, ούτε η ίδια η εξουσία δεν κρατά ούτε τα προσχήματα, μη αναγνωρίζοντας πλέον την ύπαρξη Κοινωνικού Συμβολαίου, την ύπαρξη κοινωνίας.
Ας τους απαλλάξουμε από την επίφαση ευθύνης τους κι ας δώσουμε στην επόμενη φάση τα λεφτά και τα ταλέντα μας στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, που θα αναπτύσσεται με σύγχρονους όρους, θα πορεύεται με συλλογικό όραμα και θα μπορεί να ξεπληρώσει τα δικαιολογημένα χρέη του παρελθόντος της, χωρίς να ξεπουλιέται σε τιμή ευκαιρίας…
Ευχαριστούμε για τον επικήδειο, Αντιπρόεδρε!
Εις μνήμην….